Αυτό που με ενδιαφέρει είναι ότι όλοι το νιώθουμε αυτό κάποια στιγμή. Ορισμένες φορές, μπορεί να θέλουμε κάτι τόσο πολύ που απλώς δεν μπορούμε να φανταστούμε την περίπτωση να μην γίνει. Κάποιες φορές, είναι απλά ότι συμβαίνει κάτι απίθανο, κάτι διαφορετικό από αυτό που περιμέναμε, που θεωρούσαμε ως αναμενόμενο, ίσως. Κάποιες φορές, απλώς συμβαίνει κάτι πολύ πολύ κακό και δεν είναι εύκολο να μην σκεφτούμε ότι τα κακά πράγματα δεν θα έπρεπε να συμβαίνουν.
Πριν από έξι χρόνια, πάντως, ήμουν σε ένα αυτοκίνητο που δεν έπρεπε να ήμουν. Ίσως ο λόγος που θεωρώ ότι δεν έπρεπε να ήμουν να είναι ότι δεν ήθελα να είμαι. Το ένστικτο και η κρίση μου μου έλεγαν ότι έπρεπε να μείνω μακριά από αυτούς τους ανθρώπους και εγώ τα παράκουσα. Όχι εθελοτυφλώντας, αλλά επειδή δεν ήθελα να αφήσω μόνη της τη φίλη μου, που δεν καταλάβαινε την πλευρά μου.


Θυμάμαι το σκοτάδι.
Δεν χτύπησα, δεν έχασα τις αισθήσεις μου. Αλλά είχα μουδιάσει τόσο πολύ που για μια στιγμή δεν υπήρξα. Την στιγμή της σύγκρουσης, δεν ήμουν εκεί. Δεν ήμουν πουθενά. Τα σώμα μου ήταν βέβαιο ότι ερχόταν πολύς πόνος και ίσως και τίποτα άλλο και όταν είναι τέτοια η προοπτική υπάρχει ένας πολύ χρήσιμος μηχανισμός που μας κάνει να μην νιώθουμε, να μην σκεφτόμαστε. Είμαστε ότι κοντινότερο υπάρχει στο ζόμπι: ένα σώμα ζωντανό, αλλά ακατοίκητο.


Σκέφτηκα ότι σκέφτομαι και σκέφτομαι, άρα υπάρχω κι αφού υπάρχω πρέπει κάπου να έχω κι ένα σώμα. Πανικόβλητα, έψαξα το σώμα μου. Εσωτερικά, στην αρχή, γιατί εξωτερικά δεν υπήρχε τίποτα ακόμα. Όπως κάποιοι αστέρες καταρρέουν στον εαυτό τους πριν εκρηχθούν σε κόκκινους γίγαντες, έτσι κι εγώ τη στιγμή της κρίσης κατέρρευσα μέσα στο μυαλό μου και τώρα ξανααναζητούσα το χώρο μου, τα τωρινά όριά μου, ελπίζοντας ότι ταυτίζονταν με τα προηγούμενα.
Μετά ένιωσα. Το σώμα μου ξαναϋπήρξε ξαφνικά στο μυαλό μου. Μπορούσα με το μυαλό μου να βρω τα χέρια και τα πόδια μου και σύντομα, μπορούσα να κουνηθώ και πάλι. Ταυτόχρονα, απότομα, κούμπωσα στον εαυτό μου σαν καπάκι: Ποπ.
Ήμουν πάλι εγώ, εδώ, τώρα, με ταυτόχρονη γνώση της ύπαρξης των άλλων, του αλλού, του πριν και του μετά.
Οι ώρες που ακολούθησαν ήταν γεμάτες πανικό.
Τις δύο επόμενες εβδομάδες, προσομοίωσα ένα άλλο μεταφυσικό ον, το φάντασμα. Δεν ήμουν ζόμπι γιατί είχα σκέψη, αλλά αυτή τη φορά η σκέψη ήταν αποσυνδεδεμένη από το σώμα. Ήταν σαν να είχε ξεκολλήσει το πνεύμα από το σώμα μου και μετά, ενώ είχε μπει θεωρητικά στο σωστό σημείο, δεν είχαν αποκατασταθεί πλήρως οι συνδέσεις. Το πνεύμα μου είχε καταλάβει το σώμα μου, αλλά δεν το είχε ανακτήσει.
Θυμάμαι ότι είχε κολλήσει στην επανάληψη η νοητή συσκευή αναπαραγωγής μου και έπαιζα ξανά και ξανά τη στροφή στο μυαλό μου. Σχεδόν πάντα ένιωθα ότι το αυτοκίνητο θα καταφέρει να πάρει τη στροφή και θα συνεχίσει το δρόμο του, αναστενάζοντας από ανακούφιση και μουρμουρίζοντας μία ντροπιασμένη συγνώμη στο λευκό συνάδελφο, που θα κατέβαζε τα φώτα του σεμνά, σαν να έλεγε δεν πειράζει, αρκεί που είμαστε καλά κι εμείς και οι άνθρωποί μας.

Εκείνος ο δρόμος ήταν παραπάνω από ένας δρόμος. Εκείνη τη στιγμή, ο δρόμος ταυτίστηκε με τον δρόμο της ζωής μου. Κι όταν το αυτοκίνητο έφυγε από την πορεία του σε εκείνον το δρόμο, εγώ ξέφυγα και από μία ακόμα πορεία, εκείνη της ζωής μου. Το αυτοκίνητο έπρεπε να είχε στρίψει. Εγώ έπρεπε να είχα στρίψει.
Ίσως υπήρχε "σωστός δρόμος" τότε. Ίσως όχι. Από την άποψη του αποτελέσματος, δεν έκανε μεγάλη διαφορά.
Γιατί, έτσι κι αλλιώς, εκείνο το άτομο, που τόσο φοβήθηκε ότι θα χανόταν και που τόσο χάρηκε που παρέμεινε, χάθηκε. Ίσως έγινε εκείνη τη στιγμή, ίσως κάπου στην ευρύτερη χρονική περίοδο, πάντως σύντομα δεν υπήρχε πια και τώρα, πλέον, έχουν περάσει χρόνια που δεν υπάρχει.
Ίσως, λοιπόν, άφησα πίσω μια δομή που δεν με εξυπηρετούσε - όπως, περίπου, το φίδι αφήνει το δέρμα του - ώστε να δώσω χώρο και δυνατότητα σε κάποια άλλη δομή να αναπτυχθεί γύρω μου, μία με την οποία θα ενσωματωθούμε. Ίσως...
Αλλά, χρόνος μπαίνει, χρόνος βγαίνει και παραμένω ξενιστής στο σώμα μου, καλεσμένος στο μυαλό μου.
Και το μόνο που έμεινε από εκείνο το άτομο, από το "σωστό δρομό" που εκείνο το άτομο θεώρησε ότι έχασε και από εκείνην την "λάθος παράκαμψη" που θεώρησε ότι του κόστισε εκείνο το "σωστό δρόμο"... είναι εκείνη η τελευταία σκέψη.
Εκείνο το άτομο γνώριζε ότι ποτέ δεν ξέρεις πόσο χρόνο έχεις ακόμα. Και γνωρίζε, επίσης, ότι δεν μπορείς να το γλυτώσεις αυτό, ότι αναγκαστικά πρέπει να στοιχηματίζεις και στον χρόνο, γιατί τα περισσότερα πράγματα δεν μπορούν να γίνουν ακριβώς όταν και όπως τα θέλεις. Όλα αυτά τα γνώριζε, αλλά η γνώση ότι δεν εξαρτιόταν από εκείνο, δεν άλλαζε το γεγονός ότι, αν πράγματι σταματούσε η ζωή του εκείνη τη στιγμή, θα είχε τελειώσει η ζωή του με μία σημαντική έλλειψη.
Χαίρομαι, φυσικά, για όσο χρόνο μου δώθηκε και μου δίνεται. Αλλά ζω με τη γνώση ότι όσος και να μου δωθεί, μπορεί κάλλιστα να μην αρκετός. Μπορεί κάλλιστα να ξαναβρεθώ στο ίδιο σημείο, χρόνια και χρόνια μετά από εκείνο το ατύχημα, και η τελευταία μου σκέψη να είναι η ίδια. Ήδη έχουν περάσει έξι χρόνια και δεν έχει αλλάξει κάτι. Και ακόμα δεν υπάρχει κάτι παραπάνω να κάνω. Δεν εξαρτάται από εμένα. Δεν είναι ακριβώς τυχαίο, γιατί η τύχη στις ανθρώπινες αλληλεπιδράσεις παύει να υπάρχει όταν αρχίζουν οι επιλογές.
Και τελικά αυτό είναι που με στενοχωρεί περισσότερο από όλα... το πόσο κακομεταχειρίζονται οι περισσότεροι άνθρωποι το χρόνο. Πόσο συχνά δεν τα υπολογίζουν όλα αυτά και προσπερνούν τις ευκαιρίες. Πόσο συχνά προσπερνούν εμένα.
Αλλά πώς να μην με προσπερνούν;
Αφού είμαι φάντασμα ή πνεύμα...