Pages

16.1.12

Στον αέρα

Έχω πετάξει πολλές φορές. Κάποιες γιατί με κυνηγούν και προσπαθώ να τους ξεφύγω, άλλες απλώς για την ευχαρίστηση του πετάγματος. Κάποιες φορές είναι σαν να κολυμπάω στον αέρα, άλλες σαν να εκτινάσσομαι σαν πύραυλος. Κάποιες φορές δυσκολεύομαι και χάνω την ισορροπία μου ή την κατεύθυνση. Έχω πετάξει πάνω από πόλεις και βουνά, ανάμεσα από κύματα κι από πλανήτες.

Πάντα, φυσικά, στα όνειρά μου.

Χθες, όμως, δεν πέταξα. Χθες βρέθηκα ξαφνικά να αιωρούμαι χωρίς προσπάθεια. Ποτέ δεν μου είχε ξανασυμβεί αυτό· η ορμή ήταν πάντα προϋπόθεση για το ονειρικό μου πέταγμα κι η ακινησία στον αέρα ενεργοποιούσε κατευθείαν τον νόμο του Νεύτωνα.

Κι όμως βρέθηκα να αιωρούμαι αβίαστα. Και τα χρώματα! Ήταν τόσο υπέροχα σαν οθόνης υψηλής ευκρίνειας! Ίσως πράγματι η τεχνολογία έχει φτάσει να υλοποιεί τα όνειρά μας. Ίσως έχει καταφέρει μέχρι και να τα ξεπεράσει. Τέτοια χρώματα μόνο στον κινηματογράφο, στην επιστημονική φαντασία, στα ηλεκτρονικά παιχνίδια, στα πιο προχωρημένα γραφικά είχα ξαναδεί.

Αλλά εδώ ήταν μπροστά μου, γύρω μου. Ένας υπέροχος, κρυστάλλινος, καταγάλανος ουρανός απλωνόταν μπροστά μου και γύρω μου και υπέροχη καταπράσινη -αφύσικα πράσινα- βλάστηση αγκάλιαζε το έδαφος μακριά κάτω απ' τα πόδια μου.

Κάπου ανάμεσα από τα κύματα δέους και θαυμασμού, ένιωσα μερικές πιτσιλιές φόβου. Μήπως αν έκανα να κινηθώ, ο όμορφος αυτός κόσμος θα χανόταν; Η στιγμή δειλίας, πέρασε τόσο γρήγορα όσο και ήρθε. Τέτοιος ωραίος κόσμος υπήρχε για να εξερευνηθεί και θα ήμουν ανόητη να μην το προσπαθήσω. Άλλωστε αυτή η ομορφιά, αυτή η υπέροχη μαγεία γύρω μου δεν χωρούσε κοινότοπα συναισθήματα, βαρετές, πεζές αντιδράσεις.

Έκανα το πρώτο βήμα στον αέρα και αυτός με στήριξε. Και περπατούσα, περπατούσα στον αέρα, στηριγμένη από το τίποτα και κρατημένη από το πουθενά, εγώ και ο μαγικός κόσμος. Και ήταν τόσο μαγικός! Δέντρα αιωρούνταν, έμοιαζαν σαν να έχουν φυτρώσει από τον ίδιο τον αέρα, με περίεργα σχήματα, αφού δεν τα επηρέαζε η βαρύτητα, αλλά σταθερά, σαν να είχαν βρει ένα μυστικό τρόπο να προσαρτώνται στο κενό. Ίσως τα δέντρα ζήτησαν του αέρα να κρατήσει και εμένα, ίσως είχα έμφυτη κι εγώ την γνώση γι' αυτή την αδύνατη κατάσταση.

Είχα δει τον υπέροχο ουρανό και το υπέροχο πράσινο, αυτό που δεν είχα δει, όμως, ήταν το νερό. Ένα κρυστάλλινο ποτάμι κυλούσε στον αέρα, ανεβοκατέβαινε και έστριβε σαν να απέφευγε αόρατα, άυλα εμπόδια ή ίσως γιόρταζε την απόλυτη ελευθερία να κινηθεί όπως θέλει για μια φορά, αντί να καθορίζεται από τα στερεά και τη βαρύτητα. Μια άκρη του χωριζόταν σε γυαλιστερά, ελισσόμενα ρυάκια, όπως τα αγγεία στην αγγειογραφία.

Πλησίασα μαγεμένη,
συνεπαρμένη από το απαλό ιρίδισμα, τη μαγική, αδύνατη εναέρια ροή του νερού. Άγγιξα μερικά ρυάκια κι ενώ τα χέρια μου βράχηκαν από το νερό, εκείνα δεν χάλασαν, συνέχισαν να ρέουν στον αέρα, σαν να γέμιζαν από το κενό.

Μερικές σταγόνες
αποσπάστηκαν και απέμειναν να αιωρούνται, σαν άσπαστες σαπουνόφουσκες, σαν υγρά πρίσματα να χωρίζουν το φως, σαν υγροί καθρέφτες να αντικατοπτρίζουν τον κόσμο γύρω τους. Άπλωσα το χέρι μου και έσπρωξα μερικές και παρακολούθησα την πορεία τους, καθώς διέσχισαν τον αέρα και τάραξαν το πλούσιο φύλλωμα ενός φυτού που αναρριχώταν στο κενό. Εκεί συνάντησαν τη δροσιά που ήδη στόλιζε τα φύλλα του, σαν μικρά φωτάκια. Πλησίασα και άγγιξα τα καταπράσινα φύλλα. Ήταν βελούδινα στην αφή από την κάτω τους μεριά και από την πάνω τους μετάξι.

Το κύλισμα του νερού και το θρόισμα της αναπνοής μου ήταν οι μόνοι ήχοι σε αυτό το βασίλειο της γαλήνης. Το άπλετο φως, που ήταν σαν να αναδύεται από τα αντικείμενα -σαν να προϋπήρχε αντί να ερχόταν από κάποια πηγή- χωριζόταν από τα κρυστάλλινα νερά στην χρωματιστή ίριδα. Κι εγώ τους τραγουδούσα. Τραγουδούσα στα δέντρα και στον ουρανό, στο νερό και στα χρώματα.

Η απόλυτη αισθητική υπεροχή... ένα αληθινό μεγαλούργημα του υποσυνειδήτου...


7.1.12

Όνειρα

Όνειρα...

Κάποιες φορές, όταν ξυπνάς από έναν φοβερό εφιάλτη,  μόλις συνειδητοποιήσεις ότι δεν ήταν πραγματικότητα, ο φόβος και η λύπη αντικαθίστανται από μια απίστευτη ανακούφιση, που ορισμένες φορές φτάνει μέχρι και την ευφορία. «Δεν ήταν αλήθεια!»
Άλλες, όμως, καταϊδρωμένος, λαχανιασμένος, με την καρδιά σου να σφυροκοπά σαν να έτρεχες αντί να κοιμόσουν... εκεί, στις σκιές των πρώτων ωρών της ημέρας, είναι δύσκολο να παραδωθείς έτσι άνετα στην πραγματικότητα και να μην βρίσκεις την σιωπή απειλητική και το σκοτάδι τρομακτικό. Είναι δύσκολο να αποδιώξεις το συναίσθημα του τρόμου που σε έχει κατακλύσει, όταν ο λόγος για την παρουσία του ήταν τόσο αληθινός μισό, μόλις, δευτερόλεπτο πριν.

Αντίστοιχα, ένα όμορφο όνειρο μπορεί να οδηγήσει σε μια όμορφη μέρα. Να σε κάνει να ξυπνήσεις με τόση χαρά που να σε συνοδεύσει για αρκετό χρόνο.
Αλλά, ορισμένα όμορφα όνειρα είναι όμορφα επειδή σου δίνουν αυτό ακριβώς που θέλεις, με τον τρόπο που θέλεις, χωρίς κανέναν περιορισμό σχετικά με το τι είναι εφικτό και τι όχι. Μπορουν να γυρίσουν το χρόνο πίσω ή να τον προχωρήσουν μπροστά, να αλλάξουν δεδομένα που δεν αλλάζουν, να αναστήσουν χαμένες ζωές, να δώσουν δεύτερες ευκαιρίες, να χαρίσουν επιτυχίες, εξιλεώσεις, συγχωρέσεις... έτσι ένα πολύ όμορφο όνειρο, μπορεί να σε ξεγελάσει και τελικά να έχει το αντίθετο αποτέλεσμα: Η ξαφνική συνειδητοποίηση ότι δεν ήταν πραγματικό μπορεί να σου προκαλέσει απαρηγόρητη θλίψη.

Τα αίτια για όλα αυτά τα αποτελέσματα είναι πλασματικά, αλλά τα αποτελέσματα αυτά καθεαυτά είναι εντελώς πραγματικά.

Αυτή είναι η δύναμη των ονείρων.
Σε εκθέτουν σε διάφορες συνθήκες και σε αναγκάζουν να δημιουργήσεις συναισθηματικές αποκρίσεις προς αυτές τις συνθήκες, συνθήκες που, όμως, δεν έχουν καμία υποχρέωση να συμβαδίζουν με τις πραγματικές. Έτσι, όταν ξυπνάς, το πρόσφατο συναισθηματικό μονοπάτι σου διακόπτεται απότομα, καθώς εστιάζεις ξανά στην πραγματικότητα - και στις αντιθέσεις της με το όνειρο από το οποίο μόλις αναδύθηκες.

Αναγκάζεσαι να περάσεις μια διαδικασία επαναπροσανατολισμού σχετικά με το τι ισχύει και τι όχι (αποφασίζεις, ας πούμε, αν έκανες πριν από λίγο δισκοβολία με τους δακτυλίους του Κρόνου ή όχι). Αυτή την επανεκτίμηση των δεδομένων την συνειδητοποιείς μόνο μετά από πολύ θετικά ή αρνητικά όνειρα, ακριβώς επειδή η απόσταση μεταξύ πραγματικότητας και ονείρου σε αυτές τις περιπτώσεις είναι περισσότερο συναισθηματικά φορτισμένη.

Το πόσο σε επηρεάζουν τα όνειρα εξαρτάται και από το πόσο θα σε πείσουν, από την αληθοφάνειά τους, αλλά σε κάθε περίπτωση τα βιώνεις. Οι καταστάσεις μπορεί να είναι κατασκευασμένες, αλλά η συναισθηματική σου απόκριση σε αυτές είναι το ίδιο γνήσια με την απόκρισή σου σε οποιαδήποτε «πραγματική» κατάσταση.

Η πραγματικότητα της μη πραγματικότητας του ονείρου, λοιπόν, είναι δίκοπη. Από τη μία μπορεί να σε στενοχωρήσει ή να σε κάνει να χαρείς για κάτι που δεν έγινε, από την άλλη το γεγονός ότι δεν έγινε αυτό που στενοχώρησε ή σε έκανε να χαρείς μπορεί να σε κάνει να χαρείς ή να στενοχωρηθείς αντίστοιχα.

Αυτή είναι η δύναμη των ονείρων∙ προκύπτουν από εμάς, αλλά σχεδόν πάντα αποκτούν την ικανότητα να μας επηρεάζουν τουλάχιστον όσο - αν όχι περισσότερο απ' ό, τι - εμείς αυτά.

Η δύναμη της πραγματικότητας, πάλι, είναι διαφορετική.
Η δύναμη της πραγματικότητας έγκειται στην αδιαμφισβήτητη οριστικότητα του τετελεσμένου, ιδιότητα η οποία βασίζεται βέβαια στη γραμμική βίωση του χρόνου.
Άπαξ και μία χρονική στιγμή περάσει... πέρασε. Μπορείς να την ανακαλέσεις στο μυαλό σου, μπορείς να χρησιμοποιήσεις μέσα ψηφιακά, αναλογικά, παραδοσιακά και άλλα, όπως βίντεο, ηχογραφήσεις, γραπτά κλπ, αλλά όλα αυτά είναι αποτυπώματα, προβολές, φαντάσματα της στιγμής αυτής και μάλιστα πλευρών της στιγμής, αν θέλουμε να είμαστε ακριβείς (και θέλουμε!).
Το σύνολο της στιγμής, ωστόσο, πραγματοποιείται μία και μόνο μία φορά. Σαν μια μετάδοση στην τηλεόραση, που δεν θα επαναληφθεί ποτέ, είτε την έχεις ανοιχτή, είτε όχι, είτε παρακολουθείς, είτε έχεις κλειστό τον ήχο, είτε το ξέρεις, είτε όχι, είτε κοιμάσαι, είτε τρέχεις... αυτή γίνεται εκείνη ακριβώς τη στιγμή.

Ο κόσμος των ονείρων είναι ένας πανίσχυρος, πολυδύναμος, επικίνδυνος και πανέμορφος κόσμος.
Ο πραγματικός κόσμος είναι ένας πανίσχυρος, πολυδύναμος, επικίνδυνος και πανέμορφος κόσμος.

Η μόνη διαφορά μεταξύ τους είναι ότι ο κόσμος των ονείρων μπορεί να αλλάξει όποτε και όπως θέλει, δεν έχει κανέναν απολύτως κανόνα και τίποτα, μα τίποτα, σε αυτόν δεν είναι οριστικό. Κάθε φορά που κλείνεις τα μάτια σου, επαναπροσδιορίζεται από την αρχή. Είναι μόνο τόσο περιορισμένος όσο η δική σου - συνειδητή και υποσυνείδητη - φαντασία.

Ο πραγματικός κόσμος... είναι πραγματικός. Ό, τι και να λέει η μεταφυσική παντός είδους, ό, τι και να λέει ακόμα και η κβαντομηχανική, με τα ποσοστά, τις αλληλεπιδράσεις και τις ταυτόχρονες υπάρξεις των διαφορετικών εκδοχών της...

Υπάρχει κάτι στην πραγματικότητα, κάτι τελειωτικό, που όσο και αν το αρνηθείς, το πολεμήσεις, το αφορίσεις, το κοροϊδέψεις, το διαπραγματευτείς, το μελετήσεις, το αμφισβητήσεις... δεν ακυρώνεται.

Μια απολυτότητα που δεν μπορείς να κάνεις τίποτα περισσότερο από το να προσπαθείς να την επηρεάσεις όπως έρχεται, αλλά να την αποδέχεσαι κάθε φορά αφού έρθει.