Η ιστορία ποτέ δεν ήταν το αγαπημένο μου μάθημα. Θυμάμαι ότι σε κάποια γωνία του μυαλού μου υπήρχε, αμυδρά, η παραδοχή ότι η ροή των γεγονότων στη ζωή της ανθρωπότητας ήταν πραγματικά ενδιαφέρουσα, αλλά αυτή η παραδοχή δεν κατάφερε ποτέ να υπερνικήσει τη νάρκη στην οποία έπεφτε το μεγαλύτερο μέρος του μυαλού μου. Αίτιο ή αιτιατό, οργανωμένη σκευωρία ή απλώς συνέπεια μιας ανατροφοδότησης; Ποιος ξέρει.
Ωστόσο, θυμάμαι... Θυμάμαι ότι σπάνια ασχοληθήκαμε με την σύγχρονη ιστορία. Θυμάμαι να μπερδεύω τη λίθινη εποχή με εκείνη του χαλκού, την Ελληνιστική περίοδο με μια άλλη· θυμάμαι ότι η Ρωμαϊκή και η Βυζαντινή αυτοκρατορία είχαν τον «ατελείωτο». Πόλεμοι, πόλεμοι, πόλεμοι. Η μόνη εποχή που μου έμεινε ως κάπως ωραία, κάπως καλή, ήταν ο χρυσός αιώνας του Περικλή - και δεν θυμάμαι και γιατί ήταν χρυσός. Ίσως και η Αναγέννηση.
Θυμάμαι να σκέφτομαι «δεν θα μπορούσα να ζω τότε». «Πάλι καλά που δεν γεννήθηκα εκεί». Να σε αποκεφαλίζουν απλώς γιατί υπονόησες ότι ο Βασιλιάς, ο Αυτοκράτορας, ο Φαραώ, ο Θεός δεν κάνει καλά τη δουλειά του; Να σε αναγκάζουν να λες ότι η Γη είναι επίπεδη γιατί έτσι λένε κάποια γραπτά, που για κάποιο λόγο λένε «την αλήθεια»; Πόσο μάλλον που είμαι και γυναίκα. Δεν υπήρξαν πολλές εποχές στην ιστορία του κόσμου που η γυναίκα είχε τη δυνατότητα να μην θέλει να είναι άντρας.
Αλλά όλ' αυτά φάνταζαν πολύ μακρινά, ασύλληπτα. Με ασφάλεια μπορούσα να τα αφορίζω, να μην ασχολούμαι μαζί τους. Τις ελάχιστες φορές, όμως, που φτάσαμε στη σύγχρονη ιστορία, εκεί όπου ανήκαν οι παππούδες, οι γιαγιάδες, οι προπαππούδες και οι προγιαγιάδες μας... θυμάμαι να έχω ένα περίεργο μείγμα μεγαλύτερου ενδιαφέροντος αλλά και δυσφορίας. Θυμάμαι να αναρωτιέμαι...
Δεν το είδαν να έρχεται; Δεν είχαν στοιχεία; Οι παγκόσμιοι πόλεμοι, η άνοδος του φασισμού, ο εμφύλιος του '45, το κραχ του '29 στην Αμερική, ακόμα και η χούντα του '67. Γιατί οι άνθρωποι δεν αντιδρούσαν, δεν έφευγαν, δεν έκαναν κάτι, ό, τι να 'ναι, πριν να είναι ήδη αργά; Γιατί έπρεπε πρώτα να έρχεται η κατοχή και ο πόλεμος και μετά να γίνεται η επανάσταση; Δεν έβλεπαν οι άνθρωποι; Δεν καταλάβαιναν; Εκ των υστέρων και εκ του ασφαλούς, τι εύκολα που μπορεί να βλέπεις τα πράγματα.
Θυμάμαι να σκέφτομαι ότι αν έβλεπα να έρχεται ο πόλεμος θα έφευγα. Θαύμαζα τους ήρωες, την αυτοθυσία και το θάρρος, αλλά ήξερα πολύ καλά τον εαυτό μου· στην πράξη δεν ήμουν ικανή για κάτι περισσότερο από την επιβίωσή μου. Ήθελα την επανάσταση, αλλά δεν ήθελα να είμαι εγώ αυτή που θα την έκανε. Και ένιωθα ντροπή για τον εαυτό μου που δεν ήμουν πιο θαρραλέα. Ήμουν παιδί βέβαια τότε. Αλλά παιδί με αυτογνωσία.
Αλλά και τι θα έκανε ο κόσμος; Θα έφευγαν όλοι; Δεν βγάζει νόημα κι αυτό. Οπότε, εντάξει, δεν έφευγαν. Είχαν τις οικογένειες, τα σπίτια, τις ζωές τους. Γιατί όμως δεν αντιδρούσαν; Γιατί δεν έκαναν κάτι για να αποτρέψουν αυτές τις καταστροφές; Πώς γίνεται να συνέχιζαν να ζουν σαν να μην είχε αλλάξει τίποτα, μέχρι να έχουν καταστραφεί τα πάντα; Θυμάμαι να συζητάμε πράγματα όπως «προπαγάνδα» και «χειραγώγηση», αλλά μέσα μου τους κοιτούσα αφ' υψηλού τους απλούς ανθρώπους του τότε και κουνούσα το κεφάλι μου, θεωρώντας τους ανόητους που άφηναν να τους κοροϊδεύουν τόσο φανερά.
Θυμάμαι να σκέφτομαι ότι ποτέ δεν θα το έκανα εγώ αυτό το λάθος· να αφήσω να μου ρίξουν στάχτη στα μάτια, να με πιάσουν στον ύπνο. Αν είναι να έρθει πόλεμος ή δικτατορία ή οτιδήποτε άλλο που θα απειλήσει την Ελευθερία, την Δημοκρατία - θυμάμαι να σκέφτομαι - θα το έχω καταλάβει.
Λοιπόν;
Να 'μαστε. Να που ήρθε η στιγμή. Και να που το είδα να γίνεται, βήμα βήμα, το να πιάνονται όλοι στον ύπνο. Είδα, βήμα βήμα, πρώτα ένα αδιόριστο άγχος στο βλέμμα των ανθρώπων, σαν να καταλαβαίνουν ότι κάτι δεν πάει καλά, έπειτα την άρνηση. «Αποκλείεται». Κάθε βήμα, άκουγα ότι «αποκλείεται» να γίνει το επόμενο. Αρκούσε να δίνουν κάποιοι κάποιοι εύκολους, χωρίς αντίκρυσμα, εφησυχασμούς και, όταν πρέπει να αποκαλύψουν ότι θα κάνουν αυτά που είπαν ότι δεν θα κάνουν, να δείξουν ότι δυσκολεύονται· ότι τους κοστίζει.
Και ακόμα και τώρα, δύο χρόνια τσεκουρέματος και κατρακύλας άνευ προηγουμένου, βλέπω πόσοι άνθρωποι θέλουν να πιστεύουν, θέλουν να ελπίζουν ότι τα πράγματα δεν είναι τόσο άσχημα όσο φαίνονται. Γιατί απλώς η προοπτική της εναλλακτικής... η προοπτική ότι τους κοροϊδεύουν με τον πιο ξεδιάντροπο και χυδαίο τρόπο, ότι οι ζωές τους και η επιβίωσή τους παίζονται ούτε λίγο ούτε πολύ σε μια ρουλέτα (που σύντομα θα γίνει ρώσικη)... η προοπτική αυτή είναι... αβάσταχτη.
Και πώς να μην είναι;
Δύο χρόνια μόνο πήρε να εξανεμιστούν προσπάθειες και αγώνες χρόνων και χρόνων, δεκαετιών και παραπάνω, η δουλειά να μην είναι δουλεία, οι μισθοί να μην είναι λειψοί, η υγεία και η παιδεία να μην είναι αστεία. Δύο χρόνια και ό, τι είχε επιτευχθεί, κουτσά-στραβά, υπέρ του μέσου πολίτη εξαφανίστηκαν τόσο εύκολα σαν να μην είχαν υπάρξει ποτέ. Πώς να δεχτείς ότι αυτά δεν γίνονται επειδή δεν υπάρχει άλλη επιλογή; Πώς να δεχτείς ότι τόσο περίτεχνα σου φόρτωσαν το έγκλημα;
Το σχέδιο είναι απλό και μεγαλοφυές: βάλ' τους να αυτοκτονήσουν. Κυριολεκτικά ή μεταφορικά, πνευματικά ή οικονομικά, κάν' τους να τραβήξουν αυτοί τη σκανδάλη και μάλιστα πιστεύοντας ότι είναι και για το καλό τους.
Είδα βήμα βήμα πώς εκμεταλεύτηκαν την δημόσια εικόνα της ανικανότητας και της αστοιχειοσύνης. Πόσο εύκολο ήταν να πείσουν τους ταλαιπωρημένους και απαυδησμένους από την ανοργανωσιά της χώρας ανθρώπους, ότι απλώς «πέφτουν έξω οι υπολογισμοί». Και ακόμα και τώρα, τόσα αποτυχημένα βήματα μετά, οι άνθρωποι πιο εύκολα πιστεύουν ότι πρόκειται περί αχρηστίας παρά περί προδοσίας.
Ο κόσμος αλλάζει. Οι τρόποι αλλάζουν. Δεν είναι μια Ρωμαϊκή Λεγεώνα αυτό που καραδοκεί πίσω από τη γωνία. Εφησυχαστήκαμε ότι οι πόλεμοι έχουν περάσει - τουλάχιστον έτσι μεγάλωσε η δική γενιά, αυτή του '80. Λίγο καλομαθημένα, γιατί δεν πεινάσαμε, δεν δουλέψαμε στα χωράφια, δεν παρακαλέσαμε για να σπουδάσουμε. Λίγο παραμελημένα γιατί η παιδεία μας ήταν τραγική, η κατάρτιση μηδενική και γιατί δεν μας αφήνουν χώρο να δουλέψουμε.
Αλλά τι είναι ο πόλεμος; Τι είναι ο πόλεμος αν όχι μια σύρραξη μεταξύ δύο πλευρών σε μια προσπάθεια κυριάρχησης; Τι είναι ο πόλεμος αν όχι κίνδυνος για την επιβίωση; Τι είναι ο πόλεμος αν όχι λεηλασία ανθρώπινων και φυσικών πόρων;
Τι είναι απολυταρχία αν όχι η διοίκηση με το μότο «δεν υπάρχει άλλος τρόπος»;
Τι είναι δικτατορία αν όχι εξαναγκαστική συμμόρφωση μέσω της διαρκούς διασποράς φόβου;
Και τι είναι επανάσταση αν όχι προσπάθεια ανάκτησης της Ελευθερίας;
Ίσως, απλώς, ποτέ δεν μπορείς να είσαι προετοιμασμένος για τέτοια πράγματα.
Αλλά δεν μας περιμένει ο χρόνος. Είμαστε ακριβώς σε εκείνο το σημείο της Ιστορίας που σε εκατό χρόνια θα αναρωτιέται κάποιο παιδί... Δεν το έβλεπαν να έρχεται; Δεν είχαν όλα τα σημάδια; Το δικό σου εγγόνι, το δικό μου δισέγγονο θα απορεί για εμάς... Γιατί τα αφήσαμε τα πράγματα να φτάσουν εκεί που έφτασαν και γιατί θα τα αφήσουμε να φτάσουν εκεί που θα φτάσουν.
Θυμάμαι και κάτι ακόμα, όμως, από τις ώρες τις απέραντης ανίας, όταν αφαιρούμουν από τη μονότονη παράδοση των παλαιών αυτών γεγονότων...
Θυμάμαι να φοβάμαι τον επόμενο πόλεμο.
Και θυμάμαι να λαχταρώ την επόμενη επανάσταση.