Pages

14.11.11

Αργά

Είναι αργά.
Τρεις το βράδυ, αλλά δεν με πιάνει ύπνος.
Ελπίζω, όμως, μόνο για τη μέρα αυτή να είναι αργά.

Ανησυχώ. Όχι επειδή με πανικοβάλλουν τα μέσα μαζικής εξόντωσης, αλλά επειδή βλέπω. Βλέπω εδώ και καιρό να οδηγούμαστε σταθερά προς αυτήν τη διάλυση.

Ανησυχώ. Όταν σε ακούω να λες ότι αξίζουμε αυτά που πάθαμε. Ως «λαός». Τι γενίκευση είναι αυτή, ισοπεδωτική... πόσο αποτελεσματικά έδρασαν εσωτερικοί και εξωτερικοί, χώρας και ατόμου, παράγοντες για να φτάσουμε σε τέτοια επίπεδα αυτοτιμωρίας...

Γιατί είναι αυτοτιμωρία. Ο ρεαλισμός πολύ εύκολα γίνεται κάλυψη για αυτολύπηση ή απαισιοδοξία ή κυνισμό ή αλαζονεία. Κι όλα αυτά είναι τέλεια καύσιμα για την πυρά στην οποία έχουμε βρεθεί δεμένοι, από ένα συνδυασμό αδιαφορίας, αδυναμίας, κουτοπονηριάς και καιροσκοπίας.

Πώς γίνεται όλοι να νομίζουν ότι ξέρουν τι φταίει, αλλά όλοι να λένε κάτι άλλο; Το ιδιωτικό λέει ότι φταίει το δημόσιο, το δημόσιο το ιδιωτικό, οι φορτηγατζήδες κατηγορούν τους ταξιτζήδες κι εκείνοι τους σκουπιδιάρηδες. Γεμίσαμε αποδιοπομπαίους τράγους και ολόκληρη η χώρα είναι αποδιοπομπαίος τράγος για όλη την Ευρώπη. Ας τους σκοτώσουμε όλους, λοιπόν, να ηρεμήσουμε! Τι ανηθικότητα... και τι υποκρισία...

Και ποιος μένει απ΄ έξω; Κι εσύ που λες ότι είσαι απ' έξω... δεν έβαλες ποτέ ούτε ένα τόσο δα μικρό μέσο; Πες το ειλικρινά! Ή μην το πεις, για σένα θέλω να το σκεφτείς, να το παραδεχτείς στον εαυτό σου, με ειλικρίνεια. Δεν «έκοψες» ποτέ δρόμο; Δεν είχες «διευκολύνσεις» είτε γιατί είχαν περισσότερη οικονομική άνεση από το μέσο όρο οι δικοί σου, είτε γιατί ήταν «δικτυωμένοι»;
Ή ποτέ, μα ποτέ, δεν έκανες μια παραχώρηση των δικαιοδοσιών σου για κάποιο «όνομα»; Ποτέ δεν επέτρεψες να αδικηθεί κάποιος, μην τυχόν πατήσεις... κάλους; Δεν προσπέρασες αναξιοκρατείες που γίνονταν μπροστά στα μάτια σου είτε από φόβο είτε από συμφέρον είτε από αδιαφορία;

Μπορεί και όχι, δεν λέω, αλλά ξέρω ότι περισσότεροι από εσάς που μιλάτε για την «αδιορθωσύνη» του ανθρώπου, έχετε κάνει κι εσείς τα δικά σας. Δεν σας κατηγορώ για αυτό, είναι άλλωστε σχεδόν αδύνατο να υπάρξεις σε αυτή τη χώρα, να πηγαίνεις διαρκώς με τους τυπικούς κανόνες και να μην αδικείσαι διαρκώς, με αποτέλεσμα να αναπτύξεις νεύρωση μέχρι τα 24 (εντελώς τυχαία, αυτή είναι η ηλικία μου). Αλλά μην ξεχνάτε, μην παραβλέπετε. Η «Α-λήθεια» αυτό σημαίνει, να μην ξεχνάς.

Καθίστε λοιπόν και βάλετέ τα κάτω. Με απόλυτη ειλικρίνεια, θυμηθείτε όλες εκείνες τις μικρές ή μη επιλογές με τις οποίες εσείς «χαλάσατε την πιάτσα». Τότε να αρχίσουμε να μιλάμε για ευθύνη. Γιατί τότε αρχίζουν και πέφτουν οι δικαιολογίες... «Έτσι κάνουν όλοι».
Ποιοι «όλοι»;
Ποιοι είναι αυτοί οι «όλοι»;
Ιδού! Χαρείτε τον πληθυντικό της απενοχοποίησης!

Θέλεις να μιλήσουμε για ευθύνη; Όταν θα με συναντήσεις στο νοσοκομείο και θα σε τρυπήσω πέντε φορές για να σου πάρω αίμα, θα το θεωρήσεις επαρκές να σου πω «Έτσι μαθαίνουν όλοι»; Κι όταν θα σε φωνάζω με την πάθησή σου «Ο κιρρωτικός του 5» και «O διαβητικός του 11» ή θα κάθομαι πάνω απ' το κεφάλι σου και θα σε κοιτάω με άλλους δέκα φοιτητοειδικευόμενους και θα μιλάμε για εσένα στο τρίτο πρόσωπο και θα εξεταζόμαστε από πάνω σου και πάνω σου... θα σου αρκεί; Θα σου αρκεί να σε κοιτάξω στα μάτια, αν έχω τα κότσια, δηλαδή, που εγώ προσωπικά δεν τα έχω, και να σου πω «Έτσι κάνουν όλοι;»
Το πιο ανήθικο και απάνθρωπο ελαφρυντικό της προσωπικής ευθύνης. Και το τραγικό είναι ότι κάποιοι από εσάς το αποδέχεστε ακόμα και αυτό. Δεν θα μου ζητήσετε περισσότερα, επειδή κι εσείς δεν προσφέρετε περισσότερα. Κακώς. Κακώς και για τα δύο.
Έτσι σκέφτονται αυτοί που λένε ότι όλοι φταίμε. Όλοι φταίμε γιατί όλοι φερόμαστε έτσι και δεν μπορούμε να φερθούμε διαφορετικά. Τρία πουλάκια κάθονταν στο δέντρο του αυταπόδεικτου και της υπεκφυγής. Ταυτόχρονα ρίχνουμε το σύνολο της κατάστασης στην προσωπική ευθύνη και ταυτόχρονα την κάνουμε να μην είναι ευθύνη γιατί «είναι στην φύση μας να φερόμαστε έτσι». Άρα κανείς δεν πταίει, γιατί δεν υπάρχει πταίσμα. Κι εσύ μπορείς και κοιμάσαι ήρεμα το βράδυ, με τη μοιρολατρική ευχέρεια «ό, τι είναι να γίνει, θα γίνει».
Ναι. Έτσι προχώρησε η ανθρωπότητα. Έτσι ανακαλύφθηκε η φωτιά και επινοήθηκε ο τροχός, έτσι φτιάχθηκαν μικροσκόπια και τηλεσκόπια για να δούμε όσο πιο μακριά και όσο πιο μέσα μπορούμε. Η φιλοσοφία και η αναζήτηση για τη βελτίωση δεν είναι ένα παράσιτο στη «φυσιολογική» διαδικασία της επιβίωσης, ούτε ρομαντική ιδέα του αθώου και του άπειρου. Είναι έμφυτη ανάγκη, η κινητήριος δύναμη που σπρώχνει τον άνθρωπο να ανακαλύπτει, να εφευρίσκει και να δημιουργεί.

«Όλοι έχουμε ευθύνη».
Ναι, όλοι έχουμε ευθύνη. Κι ανησυχώ, γιατί πιάνω τον εαυτό μου να ελπίζει ότι μπορεί και να την αναλάβουμε κάποια στιγμή.

... είναι αργά... και δεν μπορώ να κοιμηθώ.
Ανησυχώ.
Ανησυχώ ότι είναι αργά.

Κι είναι τόσο πιο απλό να τα παρατάς. Πίστεψέ με, το ξέρω.
Αλλά δεν μπορώ να σου περιγράψω πόσο με πληγώνει που δεν πιστεύεις σε εμένα. Που δεν πιστεύεις στον εαυτό σου. Και φυσικά... σε εμάς. Εύχομαι να μπορούσα να γυρίσω το χρόνο και να σε προστατεύσω. Γιατί τρομάζω όταν σκέφτομαι πόσο κακό σου έχουν κάνει, πόσο απροστάτευτος πρέπει να υπήρξες... και ό, τι και να λες ή να κάνεις σήμερα πονάω όταν σκέφτομαι τον πόνο που πέρασες, την απογοήτευση, για να φτάσεις σε αυτό το σημείο.

Και είναι αργά...
Είναι αργά να μετρήσουμε και να μετρηθούμε. Δεν σου χρεώνω τίποτα από το πριν... Να τα παραδεχθείς σου ζητάω μόνο. Να τα παραδεχθείς και να συμφωνήσεις μαζί μου.
Εμείς, οι πολλοί, ας συμφωνήσουμε –επιτέλους!- μεταξύ μας. Πόσο δύσκολο είναι; Δηλαδή, αν σε ρωτήσω αν θεωρείς τα 500 ευρώ λίγα θα διαφωνήσεις; Δεν θα συμφωνήσεις ότι πρέπει με το μισθό να βγαίνουν άνετα τα βασικά έξοδα ζωής; Αν σου πω ότι η ανεργία έχει χτυπήσει κόκκινο, θα μου πεις "τι ωραία, γιατί να δουλεύουν οι άνθρωποι";

Αν σου πω τι προτιμάς, να πρέπει να λαδώσεις για να πάρεις το δίπλωμα οδήγησης ή να το πάρεις με δίκαιες εξετάσεις και μετά από σωστό μάθημα, να μπορείς να είσαι περήφανος με τον εαυτό σου και να νιώθεις ότι είσαι έτοιμος να βγεις στο δρόμο, δεν θα ξέρεις τι να απαντήσεις;
Προτιμάς να χάνεις τις ώρες σε αποτυχημένα μαθήματα, όπου καθηγητές σε καθυστερούν ή σου λένε λάθος πράγματα και να περνάς με πέντε ΣΟΣ και ευχέλαια (ή άλλους τρόπους), αντί να κάνεις μάθημα και να μαθαίνεις;
Και γιατί τα θεωρούμε αυτονόητα όλα αυτά;
Ποια επιστημονική έρευνα έχει αποδείξει ότι τίποτα δεν μπορεί να αλλάξει, αλλά ότι θα καθόμαστε μια ζωή και θα γκρινιάζουμε, αλλά δεν θα αλλάζουμε;
Και θέλω να κραυγάσω: "Πολεμήστε μαζί μου! Πάμε να βάλουμε ένα τέλος ή καλύτερα μια αρχή. Μη μου λέτε για ιδανικά που δεν γίνονται, τολμήστε να οραματιστείτε αυτά που όλοι θέλουμε, αλλά τα έχουμε ταμπελώσει ως εξωπραγματικά!"

Αλλά ξέρω, ξέρω. Πώς να με πιστέψεις ότι ενδιαφέρομαι για σένα; Πώς να εμπιστευτείς οποιονδήποτε πια; Πώς να θέλεις και εσύ το καλό μου. Αφού πιστεύεις μόνο στο συμφέρον. Έκανα λάθος που νόμιζα τόσο καιρό ότι είμαι η εξαίρεση που είμαι σχεδόν μισάνθρωπος. Ο κανόνας είμαι, απλώς εγώ δεν το έκρυβα και ενεργά αποζητούσα την μοναχικότητα.

Όλοι μας έχουμε απαυδήσει με τους ανθρώπους. Πώς γίνεται αυτό δεν καταλαβαίνω. Πώς καταφέρνουμε να αλληλοαπογοητευόμαστε και να αλληλοτρωγόμαστε τόσο αποτελεσματικά, ενώ κάποιοι μας θερίζουν ανενόχλητοι...
Και το χειρότερο δεν είναι αυτοί που κερδίζουν από αυτό, ούτε αυτοί που ζημειώνονται. Το χειρότερο είναι αυτοί που εκλογικεύουν αυτήν την αδιαφορία, οι έξυπνοι, μορφωμένοι, λογικοί κατά τα άλλα άνθρωποι, που επικυρώνουν ως αναμενόμενο οτιδήποτε ανήθικο συμβαίνει, ως αναπόφευκτη συνέπεια του να είσαι άνθρωπος.
Κι έτσι έχουμε μια κοινωνία να αυτοκτονεί. Μια κοινωνία που στην πλειοψηφία της δεν ενδιαφέρεται για τον εαυτό της. Στους περισσότερους απλώς δεν τους καίγεται καρφί αν ζει ή αν πέθανε ο γείτονας.

Είναι αργά...
Ανησυχώ ότι είναι αργά, αφού πρέπει να στα πω όλα αυτά... Ανησυχώ ότι είναι ήδη πολύ αργά, αφού πρέπει να σου εξηγήσω ότι δεν είναι ο αρχαίος πολιτισμός μας και οι ρίζες μας που μας δίνουν το δικαίωμα να μην μας αξίζει να μας καταστρέψουν. Δεν είναι το ότι εδώ γεννήθηκε η «δημοκρατεία» ή άκμασε η «επιστήμη» οι λόγοι που μας δίνουν αξία. Δεν είναι το ότι είμαστε η Ελλάδα ή ότι είμαστε έλληνες, αυτό που μας κάνει να μην αξίζουμε αυτόν τον εξευτελισμό.

Όποιος το λέει αυτό, αυτόματα λέει ότι μπορεί κάποιας χώρας να της αξίζει. Ποια είναι όμως η χώρα; Τι είναι η χώρα, η κάθε χώρα;
Οι άνθρωποι. Οι άνθρωποι είναι που με νοιάζουν και οι άνθρωποι είναι που θέλω να είναι καλά. Όχι εκείνοι οι λίγοι που ζουν αγκαλιά με τα νούμερα, οι άνθρωποι-καρκίνοι, που σκοπό ζωής έχουν να ξεζουμίξουν ό, τι έχει να προσφέρει ο υπόλοιπος Κόσμος, έμψυχος και άψυχος.
Αλλά οι υπόλοιποι, οι πολλοί, εκείνοι που δεν έχουν οφ σορ καταθέσεις στις Αντίλλες και μετοχικό κεφάλαιο ίσο με το μισό ΑΕΠ της χώρας. Εκείνοι που κάνουν ναι μεν τις στραβοτιμονιές τους, αλλά σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να τσουβαλιαστούν με τα άψυχα καθίκια που βγάζουν τα κέρατά τους ποντάροντας στη χρεοκοπία ολόκληρων χωρών ή ξεπουλούν την πολιτική τους θέση στα συμφέροντα του «κεφαλαίου», διαλύοντας και εξευτελίζοντας ολόκληρη την κοινωνία που υποτίθεται ότι υπηρετούν.
Οι άνθρωποι, με ενδιαφέρουν, που ακόμα και στα χειρότερα οδηγούνται από ανάγκη και όχι από απληστία. Δεν είναι το ίδιο να σκοτώνει ο χορτάτος και ο πεινασμένος. Δεν είναι το ίδιο να κλέβει ο άστεγος και ο λεφτάς. Δεν είναι το ίδιο να έχεις όλες τις πόρτες ανοιχτές επειδή έχεις μέσα, άκρες, μέσες άκρες, και το ίδιο να βάζεις μέσο για να μπορέσεις να δουλέψεις κάπου, έστω κάπου, να μην είσαι άνεργος! Πώς να το κάνουμε... δεν είναι το ίδιο. Κατά την άποψή μου δεν είναι σωστό ούτε αυτό, αλλά και δεν είναι το ίδιο.

Ανησυχώ, λοιπόν. Ανησυχώ για εμάς, για τη χώρα και τον Κόσμο. Πάντα σκεφτόμουν και ολόκληρο τον Κόσμο. Ανησυχώ, για τη φύση, τη θάλασσα, τον ουρανό και κάθε είδος ζωής, οπότε και για τους ανθρώπους.
Ευτυχώς, δεν ντρέπομαι πια. Για καιρό ντρεπόμουν επειδή νοιαζόμουν. Κι ήσουν κι εσύ ανάμεσα σε αυτούς που με έκαναν να νιώθω έτσι. Ήταν, όμως, κι η δική μου αδυναμία που το επέτρεπε αυτό και τώρα το καταλαβαίνω.

Αλλά υπάρχει κάτι για το οποίο δεν ανησυχώ πια. Τουλάχιστον για την ψυχή μου δεν φοβάμαι. Έχω τη δύναμη να τη φυλάξω και θα την κρατήσω προστατευμένη όποιο κι αν είναι το κόστος. Η ηθική μου, η αξιοπρέπειά μου, είναι η πραγματική μου, ουσιαστική, βαρύτιμη περιουσία μου. Και δεν θα επιτρέψω σε κανέναν να την πουλάει ή να την εξευτελίζει. Ούτε καν στον ίδιο μου τον εαυτό. Και όσο μπορώ δεν θα σου επιτρέψω να πουλήσεις ή να εξευτελίσεις την ηθική και αξιοπρέπεια οποιουδήποτε άλλου, αλλά και ειδικά τη δική σου. Προτιμώ να σε κάνω να με σιχαθείς, να με μισήσεις, να βαρεθείς να με ακούς να σου το λέω, από το να συναινέσω σιωπηλά στην αυτοακύρωσή σου.
Νιώθεις προδωμένος. Είσαι προδωμένος. Μες στη φούρια σου, όμως, να τα απαξιώσεις και να τα απαρνηθείς όλα, απαξιώνεις και απαρνείσαι και τον εαυτό σου. Κι αυτό δεν το δέχομαι.
Δεν δέχομαι ότι έχεις δικαίωμα στην αυτοκαταστροφή.

Ίσως, όμως, δεν είναι αργά.
Ίσως είναι νωρίς.

Τόσο νωρίς που η ημέρα δεν έχει αρχίσει.
Πάντα έτσι είναι το τέλος και η αρχή, ακολουθούν το ένα το άλλο και δεν καταλαβαίνεις πότε γίνεται η μετάβαση.

Ας είναι νωρίς...
... σε μια μέρα που θα τολμήσω να σου ζητήσω αυτή τη χάρη... όχι μόνο να μην σταθείς εμπόδιο στο δρόμο μου, που ίσως να μου έφτανε κάποιον καιρό πριν... αλλά να σταθείς δίπλα μου...

... μια μέρα που θα ενωθούν οι δρόμοι μας, όπως θα έπρεπε.
Κι ας μην τα καταφέρουμε, ας είμαστε μαζί, δεμένοι με μια ιδέα, όχι μάταιη ή αδύνατη, αλλά τολμηρή. Και όχι νέα, αλλά πραγματικά πανάρχαιη... την ιδέα της Ανθρωπιάς...

... μια μέρα που η πίστη στο θεό, τη μοίρα, την τύχη, το πεπρωμένο, την εξουσία και τον πλούτο και η απιστία στην ανιδιοτέλεια, στους ανθρώπινους δεσμούς και, εν τέλει, στην αγάπη θα αντιστρέψουν ρόλους.

... μια μέρα που δεν θα με αμφισβητείς πια, που ίσως θα σου έχω αποδείξει ότι είμαι εδώ...

... εκείνη η μέρα, η μέρα που θα μπορώ να σου πω ότι Σε Αγαπώ και εσύ θα με πιστέψεις, θα μπορέσεις να καταλάβεις, όχι μόνο πόσο το εννοώ, αλλά και πόσο ισχύει...

...εκείνη η μέρα θα είναι η Αρχή.

Ας είναι νωρίς, λοιπόν...
Ας είναι τόσο νωρίς που κι η ίδια η μέρα δεν ξέρει ακόμα ότι έρχεται...

Ας είναι νωρίς...


31.10.11

Μιας κατεύθυνσης

Δεν είναι πολλά τα πράγματα που αντιπαθώ. Τα φιμέ τζάμια πάντως ανήκουν στην λίστα. Για αρκετό καιρό δεν ήμουν σίγουρη γιατί. Απλώς συνειδητοποίησα κάποια στιγμή ότι όταν έβλεπα ένα αυτοκίνητο με φιμέ τζάμια να περνάει, τα φρύδια μου αυτόματα έσμιγαν. Ως σωστός υποστηρικτής της επιστημονικής μεθόδου, διερεύνησα διεξοδικά το φαινόμενο.
Καθώς τα φιμέ τζάμια είναι συνήθως προνόμιο ακριβών... τιμονιών, θα ήταν ένα εύκολο συμπέρασμα ότι επρόκειτο για φθόνο ή αντιπάθεια προς τα τσουχτερής τιμής οχήματα. Ωστόσο, όποιος με γνωρίζει, θα έχει ήδη γελάσει, γιατί ξέρει πόσο αστεία θα ήταν αυτή η υπόθεση.
Μετά από προσεκτική παρατήρηση, διέγνωσα το πρόβλημα. Το διέγνωσα κοιτώντας την αντανακλασή μου στα μαύρα γυαλιά ενός συνομιλητή μου, στη θέση που θα έπρεπε να βλέπω τα δικά του μάτια: Είναι το τι εκφράζει αυτή η μιας κατεύθυνσης αλληλεπίδραση. Το πρόβλημά μου είναι τα χαρακτηριστικά αυτής της εποχής που αντανακλώνται στα σκοτεινά τζάμια.

Γιατί αυτή είναι η εποχή μας.

Η εποχή του φιμέ. Η εποχή του μονόδρομου. Η εποχή που ο διάλογος είναι δύο παράλληλοι, ανεπηρέαστοι μονόλογοι. Η εποχή της απομόνωσης. Η εποχή της «μεγιστοποίησης του κέρδους» και άρα του όσο γίνεται περισσότερου «λαβείν», με όσο γίνεται λιγότερο «δούναι». Η εποχή της «εταιρίας» και των «εταίρων», ημετέρων και υμετέρων, η εποχή του Εγώ, του κάθε εγώ.
Η εποχή της αποστείρωσης. Χειρουργικών εργαλείων, χεριών, επιφανειών, μυαλών.
Η εποχη του προγραμματισμού. Υπολογιστών, μηχανημάτων, ανθρώπινων σχέσεων.
Η εποχή της μαζικής παραγωγής. Τροφών, τέχνης, ανθρώπων.
Η εποχή της προσφοράς και της ζήτησης, η εποχή της οποίας το κυρίαρχο όραμα είναι εκείνο της «ελεύθερης» αγοράς. Η αξία όλων των αγαθών και των υπηρεσιών και των ιδεών να καθορίζεται από την «αγορά». Αν κανείς δεν θέλει να σε πληρώσει (για την ακρίβεια αν δεν τον έχει «πείσει» το ψεύτικο χαμόγελό σου και το μαρκετινίστικό σου πλασάρισμα ηλίθιων σλόγκαν) τότε δεν αξίζει αυτό που προτείνεις. Κι αν κάποιος θέλει να πληρώσει, ακόμα κι αν είναι χιλιάδες ευρώ για ένα μαγικό λυχνάρι στο e-bay, τότε αυτό αρκεί για την «αγορά».
Αυτή είναι... η εποχή του «μπίζνες» και του «μάρκετιγκ», της «διοίκησης επιχειρήσεων» και της «καριέρας».
Λεφτά από λεφτά, χωρίς αντίκρυσμα ή νόημα.
Η εποχή των δεικτών. Δείκτης του χρηματιστηρίου, της ανάπτυξης, της ανεργίας, του ρολογιού.
Η εποχή του γρήγορου και του εύκολου. Φαγητό, σεξ, φίλοι, όλα στα γρήγορα και στα εύκολα. Αφού δεν υπάρχει χρόνος, και επένδυση είναι μόνο αυτό που γίνεται με λεφτά, μετοχές και ακίνητα. Γιατί να έχουμε χρόνο για την οικογένεια, τους φίλους μας; Για τους ανθρώπους; Γιατί να έχουμε χρόνο για τα παιδιά μας; Τα παρατάμε δεξιά κι αριστερά σε παιδικούς σταθμούς, νταντάδες, φτάνουν να μπερδεύονται ποιος τα μεγαλώνει. (Αναγκαστικά, μερικές φορές, γιατί πώς να μεγαλώσεις παιδί πια αν δεν δουλεύουν και οι δύο γονείς;)

Η εποχή της τεχνοκρατίας, η εποχή που κατήγγειλε τις αξίες και όρισε τιμή για όλα. Η εποχή της «εμπορευματοποίησης». Όλα πουλιούνται. Υλικά και άυλα και κυρίως η ανθρωπιά. Συσκευάζεται σε πακέτα οίκτου, αγοράζεται και πουλιέται από τα «μίντια» που τρίβουν τα χέρια τους βλέποντας πόσο αυξάνεται η θεαματικότητα όταν βάζουν ένα ορφανό παιδί ή έναν ανάπηρο να τραγουδήσουν ή να χορέψουν κόγκα. Οίκτος που καλύπτει με επιμέλεια την ναρκισσιστική ανακούφιση της πιο προσβλητικής παρηγοριάς, εκείνης του «Υπάρχουν και χειρότερα». Οίκτος που θα έπρεπε να είναι συμπόνοια και ενδιαφέρον, που να σκοπεύουν μάλιστα να μετουσιωθούν σε πράξεις.

Η ψυχή μας, όμως, ούτε καν πουλιέται. Μπαίνει εκ των προτέρων ενέχυρο κι αν δεν πετύχει ο «τζόγος», δεν πειράζει. Απ΄ ό, τι φαίνεται έχουμε πολλές ψυχές για να τις θυσιάζουμε απλόχερα στο βωμό της ηλιθιότητας.

Η εποχή που ο ορθολογισμός εξακολουθεί να λέγεται ιεροσυλία, αλλά και η ηθική έχει ονομαστεί δογματικότητα για ανόητους ρομαντικούς.

Η εποχή που δεν υπάρχει ποιότητα, μόνο ποσότητα, ποσότητα, ποσότητα. Ένας αυτοανανεούμενος καρκίνος στην εργασία, χωρίς λειτουργικότητα, δημιουργικότητα, πραγματική πρόοδο και ομορφιά.
Η εποχή της «παραγωγικότητας» και της «ανταγωνιστικότητας».

Η εποχή της κατανάλωσης.
Πιο πολύ, πιο πολύ, κι άλλο κι άλλο. Μια λαιμαργία αυτοκαταστροφική, καταλήγουμε να καταναλώνουμε τον εαυτό μας, όπως λέει και μια λαϊκή ρήση, «να τρώμε τα λυσσακά μας».

Η εποχή των εκπαιδευμένων απαίδευτων. Πτυχία, μεταπτυχιακά, διδακτορικά, χαρτομάνι αρκετό για πολλές ταπετσαρίες, αλλά καλλιέργεια μηδέν.
Η εποχή της ευθυνοφοβίας και της δειλίας.
Η εποχή της απαξίωσης οποιουδήποτε συναισθήματος ως είδος αδυναμίας και παλιμπαιδισμού.
Η εποχή του κυνισμού. Δεν υπάρχει οικογένεια, δεν υπάρχει φιλία, δεν υπάρχει αγάπη, δεν υπάρχει τίποτα εκτός από συμφέρον.
Η εποχή της «ασφάλειας» και των «εγγυήσεων». Ασφάλεια ζωής, πυρός, αυτοκινήτου.

Αλλά η ψυχή δεν ασφαλίζεται. Δεν επιστρέφεται μέσα σε 10 μέρες αν δεν έχει ανοιχθεί η συσκευασία, δεν έρχεται με κάρτα αλλαγής, ούτε με 2 χρόνια εγγύηση και δωρεάν σέρβις.

Μπορεί να μην είμαι σίγουρη για τη ζωή, πάντως για την ψυχή είμαι: μόνο μία έχεις. Αυτήν και καμία άλλη. Και το μόνο χειρότερο από ένα σώμα που αναπνέει και κινείται, αλλά έχει χάσει την ψυχή του, είναι ένα σώμα που αναπνέει και κινείται, αλλά έχει δώσει την ψυχή του. Εθελοντικά.

Δεν πρέπει να ξεχνάμε το κομμάτι του εαυτού μας, το ανθρώπινο, που θέλει να νιώσει και ζήσει με τρόπο βιωματικό, αυθόρμητο και ειλικρινή, με αυθεντικότητα, δημιουργικότητα και - εν τέλει - ελευθερία.

Όχι να κάνουμε ό, τι να' ναι. Ό, τι μας έρθει, ό, τι γουστάρουμε, χωρίς να μας νοιάζει η σημασία των επιλογών μας. Όχι χωρίς ευθύνες και περιμένοντας κάτι να σταθεί εμπόδιο μπροστά στην καταστροφική μας διαδρομή για να σταματήσουμε.
Δεν είναι αυτή πραγματική ελευθερία.
Πραγματική ελευθερία είναι ο σεβασμός και η ειλικρίνεια. Είναι να σου λένε μια ζωή τα πράγματα με το όνομά τους, αντί να σου λένε άλλ' αντ' άλλων και εσύ να πρέπει να αποκρυπτογραφήσεις τον κώδικα. Είναι να σου λένε την αλήθεια, αντί να στην κρύβουν ή να σου λένε ψέματα.
Είναι να σε φροντίζουν και να σε αφήνουν και να τους φροντίσεις, χωρίς μετρήσεις και ποσοστά και αναλογικά ανταλλάγματα. Είναι να μην εκμεταλλεύεται ο ένας τον άλλον και ακόμα κι όταν κάποιος πληγώνεται να είναι κατά λάθος κι όχι από πρόθεση.
Είναι να κάνει ο καθένας καλά τη δουλειά του και άρα να τον έχουν μάθει πρώτα πώς να κάνει σωστά τη δουλειά του.
Είναι να εντοπίζονται και να αξιοποιούνται οι δυνατότητές σου από τους ανθρώπους, τους θεσμούς και τις καταστάσεις γύρω σου.
Είναι ο συναγωνισμός στη θέση του ανταγωνισμού. Το να μπορείς να χαίρεσαι με την επιτυχία του άλλου και κάθε επιτυχία να είναι έτσι κι αλλιώς και συλλογική χωρίς φυσικά να καταλήγει αυτό σε σφετερισμό. (Αλλά για να γίνει αυτό, πρέπει να υπάρχει χώρος για όλους. Αν εμμένουμε στη λογική της ιεραρχίας, των περιορισμένων «προνομιακών» θέσεων, πώς θα σταματήσουμε να σκοτωνόμαστε για αυτές;)

Ελευθερία είναι η Αλληλεγγύη, η Ανθρωπιά.
Ελευθερία είναι η Γνώση.

Για να γίνουν αυτά, όμως, πρέπει πρώτα να συμφωνήσουμε ότι τα θέλουμε. Και αφού γίνει αυτό, θα πρέπει να πιστέψουμε ότι είναι εφικτά, παρά τις συνεχείς και επιμελείς προσπάθειες πολλών να μας πείσουν για το αντίθετο. Και έπειτα θα φτάσουμε στο σημείο της πραγματικής δουλειάς, όπου θα πρέπει να βρούμε τη δύναμη και την αποφασιστικότητα να τα διεκδικήσουμε, να τα δημιουργήσουμε.

Κι αυτό δεν μπορεί να γίνει αν δεν εξυμνήσουμε την θνητότητά μας, αν δεν λατρέψουμε τη ζωή. Όχι μέσα από την κατανάλωση και την αποστράγγισή της, αλλά μέσα από το σεβασμό για αυτήν και για όλους τους εκφραστές της.
Αν δεν δουμε τον εαυτό μας ως ένα ταπεινό, αλλά και μοναδικό εκπρόσωπο του ανθρώπινου είδους, με αστείρευτες ικανότητες και απεριόριστες δυνατότητες.
Αν δεν απαιτήσουμε από τον εαυτό μας να γίνεται διαρκώς καλύτερος άνθρωπος, σοφότερος, εναρετότερος (!).
Αν δεν βλέπουμε όχι μόνο τι είναι αλλά και τι μπορεί να γίνει κάθε άνθρωπος γύρω μας.
Αν δεν εμπνέουμε τους άλλους όσο μπορούμε, ακόμα καλύτερα μέσω του παραδείγματός μας, να διεκδικήσουν αυτές τις ανώτερες δυνατότητές τους.

Ας σπάσουμε τα μονόδρομα, μαύρα τζάμια των παραθύρων του αυτοκινήτου, των γυαλιών που φοράμε ή της τζαμαρίας που περιφράσσει την ψυχή μας και ας κοιταχτούμε μεταξύ μας, κατάματα.
Τα μόνα πράγματα που μας χωρίζουν είναι η άγνοια και οι προκαταλήψεις, η βεβαιότητά μας ότι είμαστε καλύτεροι από τους άλλους.
Ας μην φοβόμαστε την ετυμηγορία, το πόσο μοιάζουμε και το πόσο διαφέρουμε.
Ας μην φοβόμαστε πια την αντανάκλαση του εαυτού μας στα μάτια του άλλου.

Ζήτω η Αγάπη για τη ζωή και τους εκπροσώπους της, αυτή η δημιουργική λατρεία που ανασύρει από τα βάθη του Eίναι μας τον πιο όμορφο, ακέραιο, ικανό και φωτεινό μας εαυτό.