Pages

31.3.11

Για το καλύτερο

Τι λόγια μπορώ να πω που δεν θα ακουστούν άδεια; Κούφια, κενά, εύκολα, χιλιοφορεμένα και αβάσιμα;

Μπορεί να μην με ρώτησες, να μην σχημάτισες την ερώτηση με τη φωνή σου, αλλά την βλέπω καθαρά στα μάτια σου. Το βλέμμα σου είναι γεμάτο πόνο, γεμάτο απορία. Γεμάτο από μία και μόνο ερώτηση.

Θα μπορούσα να σου πω ότι όλα θα πάνε καλά. Αλλά δεν το ξέρω αυτό. Πώς είναι δυνατόν να περιμένω από εσένα να νιώσεις καλύτερα με ένα εύκολο ψέμα;

Δεν έχω απάντηση. Δεν έχω ιδέα για ποιο λόγο αξίζει να συνεχίσεις να προσπαθείς.

Θα μπορούσα να σου πω ότι η υγεία αξίζει. Θα έπρεπε να μας αρκεί απλώς και μόνο το ότι είμαστε υγιείς και ακέραιοι. Αλλά αν δεν είσαι ή αν σταματήσεις να είσαι; Τότε δεν έχεις λόγο να συνεχίσεις να προσπαθείς;

Θα μπορούσα να πω ότι η οικογένεια αξίζει. Θα έπρεπε να μας αρκούν οι δεσμοί αίματος, η κληρονομιά. Αλλά αν δεν έχεις οικογένεια; Ή αν χάσεις την οικογένειά σου; Ή αν δεν αποκτήσεις δική σου οικογένεια; Τότε δεν έχεις λόγο να συνεχίσεις να προσπαθείς;

Θα μπορούσα να πω ότι η αγάπη αξίζει. Θα έπρεπε να μας αρκούν απλώς και μόνο οι άνθρωποι που έχουμε στη ζωή μας. Αλλά αν δεν έχεις ή αν χάσεις κάποιον από αυτούς; Τότε δεν έχεις λόγο να συνεχίσεις να προσπαθείς;

Θα μπορούσα να πω ότι το να κάνεις αυτό που αγαπάς αξίζει. Θα έπρεπε να μας αρκεί το ότι κάνουμε αυτό που αγαπάμε. Αλλά αν δεν κάνεις αυτό που αγαπάς; Τότε δεν έχεις λόγο να συνεχίσεις να προσπαθείς;

Θα μπορούσα να σου πω ότι οι ιδέες και τα ιδανικά αξίζουν. Θα έπρεπε να μας αρκούν οι ιδέες και τα ιδανικά που πιστεύουμε και υποστηρίζουμε. Αλλά αν δεν έχεις ιδέες και ιδανικά που πιστεύεις και υποστηρίζεις; Τότε δεν έχεις λόγο να συνεχίσεις να προσπαθείς;

Θα μπορούσα να πω ότι η διασκέδαση αξίζει. Θα έπρεπε να μας αρκούν οι στιγμές που περνάμε καλά στη ζωή μας. Αλλά αν δεν «περνάς καλά»; Τότε δεν έχεις λόγο να συνεχίσεις να προσπαθείς;

Θα μπορούσα να πω ότι ο εαυτός μας αξίζει. Θα έπρεπε να μας αρκεί που έχουμε τον εαυτό μας. Αλλά αν δεν έχεις ούτε τον εαυτό σου; Αν δεν έχεις ή αν χάσεις συνείδηση του εαυτού σου; Ή αν απλώς δεν είσαι σε συμφωνία με τον εαυτό σου; Τότε δεν έχεις λόγο να συνεχίσεις να προσπαθείς;

Θα μπορούσα να πω ότι η ζωή έχει την αξία που της δίνεις εσύ. Αλλά αν εσύ δεν δίνεις καθόλου αξία στη δική σου; Τότε δεν έχεις λόγο να συνεχίσεις να προσπαθείς;

Θα μπορούσα να πω ότι αυτό που αξίζει για εσένα είναι αυτό (από τα παραπάνω ή κάτι άλλο) που έχει τη μεγαλύτερη αξία για εσένα. Και αν έχεις αυτό τότε αυτό θα έπρεπε να σου αρκεί για να τα βγάλεις πέρα με τα υπόλοιπα. Αλλά αν δεν το έχεις; Τότε δεν έχεις λόγο να συνεχίσεις να προσπαθείς;

Θα μπορούσα να πω ότι η ίδια η ζωή αξίζει. Θα έπρεπε να μας αρκεί η ζωή ως αυτοσκοπός. Αλλά δεν υπάρχουν κάποια πράγματα για τα οποία αξίζει να δώσεις τη ζωή; Άρα δεν μπορώ να σου δώσω τη ζωή ως το λόγο για τον οποίο πιστεύω ότι πρέπει πάντα να προσπαθείς.

Τι μπορώ να σου πω;

Γιατί πρέπει να συνεχίσεις να προσπαθείς;

Βλέπω την επόμενη ερώτηση στον τρόπο που χαμηλώνεις το βλέμμα. "Αξίζει το κόστος;" Δεν είναι δική μου η απάντηση για να στη δώσω. Μόνο η δική σου απάντηση έχει σημασία.

Το μόνο που μπορώ να σου πω είναι ότι δεν γίνεται να ζήσεις χωρίς κανένα είδος ρίσκου. Μπορείς, όμως, να επιλέξεις ποιο είδος ρίσκου σου ταιριάζει καλύτερα, με ποιο είδος ρίσκου νιώθεις πιο άνετα.

Πώς μπορώ να σου εξηγήσω ότι πρέπει πάντα να κάνεις ό, τι καλύτερο μπορείς, αλλά να μην εκπλήσσεσαι και να μην απογοητεύεσαι και να μην πτοείσαι από το ότι σπάνια θα αποδίδει;

Πώς μπορώ να σου εξηγήσω ότι πρέπει πάντα να σε νοιάζει ποιο είναι το δίκαιο και να προσπαθείς να το πραγματοποιείς, αλλά να μην εκπλήσσεσαι και να μην απογοητεύεσαι και να μην πτοείσαι από το ότι σπάνια θα το καταφέρνεις;

Μην λες ψέματα στον εαυτό σου ότι μπορείς να αποφύγεις τα χτυπήματα. Ανεξάρτητα του πόσο γρήγορος είσαι θα χτυπηθείς. Αυτό μπορώ να στο εγγυηθώ. Πρέπει να μπορείς να δεχτείς αυτό το χτύπημα. Πρέπει να μπορείς να το αντέξεις.

Γιατί να το αντέξεις;

Για την περίπτωση -για τη μία περίπτωση στις όσες- να καταφέρεις κάτι.
Κάτι για σένα, για μένα, για κάποιον, για όλους. Κάτι για κάτι.

Κάτι καλύτερο.

28.2.11

Missing

I miss you when I wake up. I open my eyes and find the ceiling staring at me questioningly. It wordlessly asks me where you are. I don’t know what to say. I just get up and away from its stare.
I miss you when I walk. The city buzzes around me; a fugue of cars and people’s noises. Every street light, every pavement, every window of every building asks me where you are, but I don’t know what to say. I just go a little faster and leave their voices behind.
I miss you when the night falls. My pillow whispers to me while I try to fall asleep. It wonders where you are. And I don’t know what to say, so I just try to ignore it and welcome sleep when it comes.
I miss you when it rains. The rain sings to me, caresses the streets, the rooftops, the trees and the frightened birds like confused violins. It asks me where you are, and I have no idea what to say. I just shut the windows.
I miss you when it’s sunny. The sun looks down on me, and demands to know where you are. I really don’t know what to say. I just look away, with tears in my eyes.
I miss you when I’m surrounded by people. Their voices tell me one thing, but their presence quite another. It’s the same question: Where are you? I have nothing to say. I just turn around and leave.
I miss you when I am alone. Free from the wonderment of everything else, I can hear my own questioning. Myself asks me where you are. And there really is nothing to say. But I cannot get away from myself. I cannot leave me behind. I cannot look away or turn around or shut me out.

And I remind them all that it’s not that I can’t, that I won’t or even that I shouldn’t look for you - and I truly, really shouldn’t look for you. It’s just that I can’t, I won’t and I shall not find you. Because you cannot find what does not exist.

They don’t understand. I don’t, either.
And so I keep missing you. Unreasonably, inexcusably, and pointlessly, as well as undeniably…

I miss you

23.2.11

Magic

I turned the last page of the book, relief and dissatisfaction washing over me in alternating waves.

Most people watch movies, read books, listen to music. I don't. I live them. Maybe you're thinking that that's hardly strange or uncommon. If you are, then you don't really understand what I mean by "live".
I don't mean that I'm simply influenced by them; I mean that I immerse in them; I dissolve in them; I become one with them. And when I'm done with them (they 're actually more done with me than I am with them) my pieces get scattered around, like sand blown away by violent winds. It takes them so much time to find each other afterward (it's actually easier to melt into another dream while I'm still in pieces, rather than spend so much effort to put myself together again. After all, it's only a matter of time before I lose myself in yet another world, so why bother becoming whole first? I save myself quite some time and energy that way). And still, torn apart though I am after every journey, there's no denying the joy, the fulfillment I feel. It's all very contradictory.

I suppose that this is something like falling - again and again - in an impossible love and having - again and again - your heart broken. Because these love stories can't have a happy ending. They only have half of that: an ending. They end for you, and they leave you all alone, no matter how much joy they gave you, no matter how much you loved them. They can't commit to you. They can't exist for you. They 're doomed love stories. And between you and them you are the only one whose heart can be broken. So, that's the heart that breaks; yours. But how could you blame these worlds for wanting to go on on their own? They have that right. You can't ask them to hang around just for you, they have more important things to do.
You know that from the beginning, but you 're unable to turn your back on them. Every minute of it, every second of it, you know it's only a matter of time before it's over, but even so you see it through. You make the journey. You live. You love. Then the end comes and you perish again.
But either too soon or too late - it's hard to tell - you fall again. You don't do anything to prevent this. In fact, most of the times you look for it.

I've dreamed and dreamed and dreamed. Each new world a new obsession. And I've lost myself again and again in the folds of the music of yet another song, or the pages of yet another book. And the end of every book is another heartbreak. The end of every song is another loss.

And I get scattered again.

But, before that inevitable end, I have the time of my life. I live like I've never lived before, finding myself revolting against an oppressive regime, or climbing the highest mountain, or becoming a great writer, or finding an exquisite love, or conversing with ancient philosophers, or future geneticists, or powerful wizards of a parallel reality. Exceeding everybody's expectations - mine included. Being thrown into an ocean of difficulties and surviving against the odds. Making the difference. Finding myself worthy. And seeing my hopes come through.
How many times have I wished I could join a fantastic world? Too many to remember. But every time these worlds were more real to me than the real world. Each time it's been more difficult to convince myself that the real world does hold some wonders for me. For the few things about reality that could make me want to commit myself to it, though simple and hardly elaborate, seem to evade me. Maybe they pass me by because they feel my reluctance to walk on the ground rather than close my eyes and fly with my mind. That would be almost welcome, because it would have to do with my choices rather than my making. But I think that it's the other way around; I'm passing on reality because reality has already passed on me.

So, there's just no way around this:
I am a fiction addict. Reality's never been enough for me.

And so fiction is my reality.

I enjoy the company of my imaginary heroes. I submerge into the magic of an imaginary world. And I am whole there. I don't miss anything, other than a true place there.
That is the only thing that dispirits me; the one-way nature of this experience. I cannot influence these worlds, as they 're influencing me. I cannot help, I cannot contribute. I cannot thank my heroes, and curse my enemies. I cannot warn, threat, or encourage. I'm nothing more than a spectator, meant to observe helplessly as the events take place and the stories unfold themselves.
And do I feel so much different when it comes to my story? Don't I feel helpless and lost as I'm being thrown around by my reality? It doesn't really matter. I'm not really real, so how real can my reality be?

And so, here I am, having finished another book, or - more accurately - having another book being finished with me. Here I am, rejected by another world I can't join. Here I am, as unsatisfied with my reality and as enchanted by the magic of the imaginary as I always have been. Here I am, between worlds again...

Here I am, without regrets, or hard feelings, or second thoughts, or doubts...

...in search of another source of magic...

7.2.11

Ευκαιρίες

Το Ποτάμι της Ευκαιρίας είναι ένα ορμητικό ρέμα.

Κάποιες φορές είσαι Αναζητητής που κάθεται στις όχθες του, απ' όπου μπορείς να βλέπεις τις Ευκαιρίες να περνούν. Ευκαιρίες κάθε τύπου, ευκαιρίες για δουλειές, ευκαιρίες για αγορές, ευκαιρίες για διασκέδαση, ευκαιρίες για ανθρώπους... ευκαιρίες ζωής.
Κάποιες είναι αδιάφορες για το αν θα πιαστούν ή όχι. Έχουν παραιτηθεί και απλώς αφήνονται να παρασύρονται από το ρεύμα. Δεν σε δυσκολεύουν περισσότερο από αυτό, αλλά ούτε και σε διευκολύνουν. Πρέπει μόνος σου να αποφασίσεις ότι τις θέλεις και να κάνεις την κίνησή σου. Πρέπει να καταφέρεις να τις πιάσεις και να τις τραβήξεις έξω απ' το νερό.
Άλλες κολυμπούν στο ρεύμα, χωρίς να κοιτάζουν ούτε για λίγο προς τα πίσω. Αυτές δεν θέλουν να πιαστούν, είτε από κανέναν είτε συγκεκριμένα από εσένα. Αυτές είναι και οι πιο δύσκολες να πιάσεις. Πρέπει να είσαι σε ετοιμότητα, πρέπει να είσαι προετοιμασμένος για μεγάλη προσπάθεια, γιατί η Ευκαιρία θα προσπαθήσει να σου ξεφύγει. Κι αν καταφέρεις να την πιάσεις, θα τινάζεται και θα παλεύει, θα σε χτυπάει. Πρέπει να είσαι πολύ δυνατός για να καταφέρεις να βγάλεις μια Ευκαιρία ενάντια στη θέλησή της. Πρέπει να την θέλεις πολύ.
Οι πιο σπάνιες είναι οι Ευκαιρίες που κολυμπούν αντίθετα στο ρεύμα. Οι Ευκαιρίες που θέλουν να πιαστούν, είτε από οποιονδήποτε είτε συγκεκριμένα από εσένα. Οι Ευκαιρίες αυτές, θα σε φωνάξουν μόλις σε δουν, θα προσπαθήσουν να σε πλησιάσουν, θα κάνουν ό, τι μπορούν για να σε βοηθήσουν να τις πιάσεις. Στην ουσία δεν βοηθούν εσένα. Βοηθούν εσάς. Και τους δυο σας, δηλαδή, σαν μία οντότητα. Βέβαια, μπορεί εσύ να μην τις θες. Δεν μας φαίνονται όλες οι ευκαιρίες σαν Ευκαιρίες. Και τότε πρέπει να επιλέξεις αν θα την αγνοήσεις ή αν θα την βγάλεις από συμπόνοια.
Όλες αυτές είναι ειλικρινείς. Υπάρχουν, όμως, και αυτές που υποκρίνονται. Οι Ευκαιρίες-παγίδες. Κάποιες που στην αρχή θα δείξουν ότι σε έχουν ανάγκη, που θα σε φωνάξουν για να σου τραβήξουν την προσοχή, που θα τις δεις να κολυμπούν αγωνιωδώς στην προσπάθειά τους να φτάσουν στην όχθη σου. Κι εσύ θα τις πιστέψεις, θα φοβηθείς για αυτές, θα θελήσεις να κάνεις τα πάντα για τις βγάλεις από το υδάτινο μαρτύριό τους. Μόλις, όμως, τις πιάσεις από το χέρι και τις βγάλεις από το νερό, αυτές φεύγουν, κυρίες. Και εσύ μένεις με την απορία τι έγινε, καθώς τις βλέπεις να πηγαίνουν πιο κάτω, σε έναν άλλο Αναζητητή και να φεύγουν μαζί του. Ίσως κάποιες από αυτές απλώς αλλάζουν γνώμη και δεν είναι ότι πράγματι ήθελαν να σε εκμεταλλευτούν. Αυτές, όμως, θα σου ζητήσουν μια συγνώμη. Θα σε κοιτάξουν στα μάτια και θα δεις την μετάνοια, τη θλίψη που τους προκαλεί η γνώση ότι σε πλήγωσαν. Αλλά ακόμα και αυτές οι Ευκαιρίες δεν είναι οι πιο επικίνδυνες, επειδή πράττουν σύμφωνα με το συμφέρον τους, κάτι το οποίο μπορείς να καταλάβεις, άρα και, αν όχι να προβλέψεις, τουλάχιστον να γνωρίζεις ότι είναι πιθανό.
Υπάρχουν, όμως, και άλλες μη ειλικρινείς Ευκαιρίες. Κάποιες που ενώ θέλουν να τις πιάσεις, είτε κάνουν πως είναι αδιάφορες, είτε σε αποφεύγουν, όπως κάνουν εκείνες που δεν θέλουν να πιαστούν. Αυτές τις περιπτώσεις, βέβαια, είναι δύσκολο να τις αναγνωρίσεις. Και, για την ακρίβεια, είναι καλύτερο να μην τις αναγνωρίσεις. Γιατί αν δεν τις αναγνωρίσεις, τότε απλώς θα νομίσεις ότι δεν σε ήθελαν. Μπορεί να απογοητευτείς, αλλά τι άλλο να κάνεις; Θα το αποδεχτείς. Ενώ αν καταλάβεις ότι σε θέλουν, θα δυσκολευτείς πολύ να καταλάβεις οτιδήποτε άλλο. Θα αμφισβητείς διαρκώς τον εαυτό σου, θα μπερδεύεσαι όλο και περισσότερο στην προσπάθειά σου να συμφιλιώσεις την αντίθεση πρόθεσης και πράξης της Ευκαιρίας. Και επειδή δεν υπάρχει κάτι το οποίο φαίνεται να κερδίζει η Ευκαιρία με αυτήν την ασυνεπή συμπεριφορά, σε παραπλανεί και νομίζεις οτι πρόκειται για αναποφασιστικότητα ή σύγχυση. Αυτές, λοιπόν, είναι οι πιο επικίνδυνες, επειδή ο αποκλειστικός τους σκοπός είναι να σε μπερδέψουν και για όσο θα τις ακολουθείς, θα κάνουν ό,τι χρειάζεται για να σε έχουν στο τόσο όσο: τόσο όσο να τροφοδοτούν το ενδιαφέρον σου και τίποτα παραπάνω.

Ωστόσο, δεν είσαι πάντα Αναζητητής. Κάποιες φορές είσαι κι εσύ μια Ευκαιρία που κολυμπάει στο ποτάμι.
Κάποιοι Αναζητητές αδιαφορούν για το αν θα σε πιάσουν ή όχι. Έχουν παραιτηθεί και απλώς κάθονται στην όχθη. Πρέπει μόνος σου να αποφασίσεις αν θέλεις να βγεις για αυτούς και να κάνεις την κίνησή σου, αλλά αν τα καταφέρεις να τους φτάσεις, θα σε πάρουν μαζί τους.
Άλλοι στέκονται χωρίς να κοιτούν το νερό. Αυτοί δεν θέλουν την Ευκαιρία, είτε καμία είτε συγκεκριμένα εσένα. Αυτοί είναι οι πιο δύσκολοι να τους πείσεις να σε βγάλουν. Πρέπει να είσαι σε ετοιμότητα, πρέπει να είσαι προετοιμασμένος για μεγάλη προσπάθεια, γιατί αυτοί θα σε αποφεύγουν. Κι ακόμα και μόνος σου αν καταφέρεις να βγεις, δεν θα σε πάρουν εύκολα μαζί τους. Πρέπει να είσαι πολύ δυνατός για να καταφέρεις να σε δεχτεί ένας Αναζητητής που δεν θέλει την Ευκαιρία σου. Πρέπει να θέλεις πολύ να τον ακολουθήσεις.
Οι πιο σπάνιοι, είναι οι Αναζητητές που βουτούν στο νερό όταν σε δουν. Οι Αναζητητές που θέλουν να πιάσουν την Ευκαιρία, είτε οποιαδήποτε είτε συγκεκριμένα εσένα. Αυτοί θα σε φωνάξουν μόλις σε δουν, θα προσπαθήσουν να σε πλησιάσουν, θα κάνουν ό, τι μπορούν για να σε βοηθήσουν να βγεις μαζί τους. Στην ουσία δεν βοηθούν εσένα. Βοηθούν εσάς. Και τους δυο σας, δηλαδή, σαν μία οντότητα. Βέβαια, μπορεί εσύ να μην τους θες. Δεν θεωρούμε τους εαυτούς μας ως Ευκαιρίες για όλους τους Αναζητητές. Και τότε πρέπει να επιλέξεις αν θα τους αγνοήσεις ή αν θα τους αφήσεις να σε βγάλουν από κατανόηση.
Όλοι αυτοί είναι ειλικρινείς. Υπάρχουν, όμως, και αυτοί που υποκρίνονται. Οι Αναζητητές-παγίδες. Κάποιοι που στην αρχή θα δείξουν ότι ενδιαφέρονται, που θα σε φωνάξουν για να σου τραβήξουν την προσοχή, που θα τους δεις να κολυμπούν αγωνιωδώς, προσπαπώντας να σε προλάβουν πριν σε απομακρύνει το ποτάμι. Κι εσύ θα τους πιστέψεις, θα φοβηθείς μην τους χάσεις, θα θελήσεις να κάνεις τα πάντα για να τους βοηθήσεις να βγουν από το μαρτύριο της ατελείωτης αναζήτησής τους. Μόλις, όμως, σε φτάσουν και σε πιάσουν από το χέρι, θα κρεμαστούν από πάνω σου. Και αφού θα τους έχεις πάει μέχρι εκεί που τους βολεύει φεύγουν, κύριοι. Και εσύ μένεις με την απορία τι έγινε, ενώ τους βλέπεις να κολυμπούν προς μία άλλη Ευκαιρία, να την βγάζουν στη στεριά και να φεύγουν μαζί της. Ίσως κάποιοι από αυτούς απλώς αλλάζουν γνώμη και δεν είναι ότι πράγματι ήθελαν να σε εκμεταλλευτούν. Αυτοί, όμως, θα σου ζητήσουν μια συγνώμη. Θα σε κοιτάξουν στα μάτια και θα δεις την μετάνοια, τη θλίψη που τους προκαλεί η γνώση ότι σε πλήγωσαν. Αλλά ακόμα και αυτοί οι Αναζητητές δεν είναι οι πιο επικίνδυνοι, επειδή πράττουν σύμφωνα με το συμφέρον τους, κάτι το οποίο μπορείς να καταλάβεις, άρα και, αν όχι να προβλέψεις, τουλάχιστον να γνωρίζεις ότι είναι πιθανό.
Υπάρχουν, όμως, και άλλοι μη ειλικρινείς Αναζητητές. Κάποιοι που ενώ θέλουν να σε πιάσουν, είτε κάνουν πως είναι αδιάφοροι, είτε σε αποφεύγουν, όπως κάνουν εκείνοι που δεν θέλουν να σε πιάσουν. Αυτές τις περιπτώσεις, βέβαια, είναι δύσκολο να τις αναγνωρίσεις. Και, για την ακρίβεια, είναι καλύτερο να μην τις αναγνωρίσεις. Γιατί αν δεν τις αναγνωρίσεις, τότε απλώς θα νομίσεις ότι δεν σε ήθελαν. Μπορεί να απογοητευτείς, αλλά τι άλλο να κάνεις; Θα το αποδεχτείς. Ενώ αν καταλάβεις ότι σε θέλουν, θα δυσκολευτείς πολύ να καταλάβεις οτιδήποτε άλλο. Θα αμφισβητείς διαρκώς τον εαυτό σου, θα μπερδεύεσαι όλο και περισσότερο στην προσπάθειά σου να συμφιλιώσεις την αντίθεση πρόθεσης και πράξης του Αναζητητή. Και επειδή δεν υπάρχει κάτι το οποίο φαίνεται να κερδίζει ο Αναζητητής με αυτήν την ασυνεπή συμπεριφορά, σε παραπλανεί και νομίζεις οτι πρόκειται για αναποφασιστικότητα ή σύγχυση. Αυτοί, λοιπόν, είναι οι πιο επικίνδυνοι, επειδή ο αποκλειστικός τους σκοπός είναι να σε μπερδέψουν και για όσο θα τους ακολουθήσεις, θα κάνουν ό,τι χρειάζεται για να σε έχουν στο τόσο όσο: τόσο όσο να τροφοδοτούν το ενδιαφέρον σου και τίποτα παραπάνω.


Το Ποτάμι της Ευκαιρίας είναι ένα ορμητικό ρέμα, γεμάτο δίνες, γεμάτο από παρασυρόμενα βράχια και δέντρα. Γεμάτο Ευκαιρίες. Κάποιες φορές στέκεσαι στις όχθες του, ως Αναζητητής, και βλέπεις τις Ευκαιρίες που περνούν. Κάποιες φορές κολυμπάς στα νερά του, ως Ευκαιρία, και βλέπεις τους Αναζητητές στις όχθες.
Τα νερά του είναι επικίνδυνα. Και η επιλογή μόνο εν μέρει δική σου. Αναζητητής και Ευκαιρία είναι μία οντότητα.

Ο Αναζητητής κάνει την Ευκαιρία και η Ευκαιρία τον Αναζητητή.

Το αν και ποιες Ευκαιρίες και αν και ποιους Αναζητητές επιλέγεις σε καθορίζει.
Το αν και ποιες Ευκαιρίες και αν και ποιους Αναζητητές αφήνεις να σε επιλέξουν σε καθορίζει.
Το αν και ποιες Ευκαιρίες και αν και ποιους Αναζητητές απορρίπτεις σε καθορίζει.
Το αν και ποιες Ευκαιρίες και αν και ποιους Αναζητητές μπερδεύεις σε καθορίζει.

Αλλά αυτό που σε καθορίζει περισσότερο απ' όλα είναι οι λόγοι πίσω από αυτές τις επιλογές. Τα κίνητρά σου. Γιατί η επιλογή δεν είναι το σκέτο αποτέλεσμα μιας πράξης, αλλά και η διαδικασία με την οποία φτάνει κανείς εκεί.

Να το θυμάσαι αυτό όταν κάνεις τις επιλογές σου.

3.1.11

Η τελευταία σκέψη

Είτε αναγνωρίζει κανείς τη μοίρα, το πεπρωμένο και γενικότερα κάποια δύναμη που έχει την ιδιότητα να καθορίζει τα γεγονότα και την πορεία της ζωής μας, είτε όχι, όλοι γνωρίζουμε την αίσθηση ότι δεν έγινε αυτό που έπρεπε να γίνει ή, αλλιώς, ότι αυτό που έγινε δεν έπρεπε να γίνει. Τι πάει να πει, βέβαια, πρέπει να γίνει και δεν πρέπει να γίνει; Δεν με ενδιαφέρουν αυτήν την στιγμή οι φιλοσοφικές, επιστημονικές, νευροφυσιολογικές, νευροψυχολογικές, βιολογικές, λογοτεχνικές, θρησκευτικές και/ή άλλες πλευρές αυτού του ερωτήματος.

Αυτό που με ενδιαφέρει είναι ότι όλοι το νιώθουμε αυτό κάποια στιγμή. Ορισμένες φορές, μπορεί να θέλουμε κάτι τόσο πολύ που απλώς δεν μπορούμε να φανταστούμε την περίπτωση να μην γίνει. Κάποιες φορές, είναι απλά ότι συμβαίνει κάτι απίθανο, κάτι διαφορετικό από αυτό που περιμέναμε, που θεωρούσαμε ως αναμενόμενο, ίσως. Κάποιες φορές, απλώς συμβαίνει κάτι πολύ πολύ κακό και δεν είναι εύκολο να μην σκεφτούμε ότι τα κακά πράγματα δεν θα έπρεπε να συμβαίνουν.

Πριν από έξι χρόνια, πάντως, ήμουν σε ένα αυτοκίνητο που δεν έπρεπε να ήμουν. Ίσως ο λόγος που θεωρώ ότι δεν έπρεπε να ήμουν να είναι ότι δεν ήθελα να είμαι. Το ένστικτο και η κρίση μου μου έλεγαν ότι έπρεπε να μείνω μακριά από αυτούς τους ανθρώπους και εγώ τα παράκουσα. Όχι εθελοτυφλώντας, αλλά επειδή δεν ήθελα να αφήσω μόνη της τη φίλη μου, που δεν καταλάβαινε την πλευρά μου.

Θυμάμαι την αίσθηση της απώλειας του ελέγχου. Θυμάμαι ότι ένιωσα το ίδιο το αυτοκίνητο να πανικοβάλλεται καθώς οι ρόδες του γύριζαν σαν τρελές, προσπαθώντας να πιάσουν πάνω στο τσιμέντο. Μάταια. Ενωμένοι στον ξαφνικό πανικό, το αυτοκίνητο κι εγώ, καρδιά και φρένα σφιγμένα στο τέρμα, παρακολουθήσαμε τους εαυτούς μας να βγαίνουν από την πορεία τους. Στα μισά της στροφής ήμαστε πάνω στη γραμμή που χωρίζει τα δύο ρεύματα και στο οπτικό μας πεδίο ένα λευκό αυτοκίνητο που δεν γνωρίζουμε τι έχει καταλάβει. Την επόμενη στιγμή ήμαστε πλέον στο αντίθετο ρεύμα και κατά πρόσωπο (κατά παμπρίζ, δηλαδή) με το λευκό αυτοκίνητο. Τα δύο αυτοκίνητα κοιτάχτηκαν, το ένα γεμάτο τύψεις, το άλλο έκπληκτο. Kαι τα δύο έντρομα. Εγώ μουδιασμένη από άρνηση.

Θυμάμαι την τελευταία μου σκέψη σαν να την έκανα πριν από λίγο. Θυμάμαι όλες μου τις σκέψεις που οδήγησαν σε αυτή σαν να έγιναν αμέσως πριν. Θυμάμαι πόσο ξεκάθαρη ήταν η εικόνα της ζωής μου. Θυμάμαι ότι υπήρχε μόνο ένα πράγμα για το οποίο μετάνιωνα εκείνη τη στιγμή. Υπήρχαν τόσα πράγματα που θα ήθελα να έχω κάνει και να έχω ζήσει και άλλωστε δύσκολα μπορεί κανείς να πει "έκανα αρκετά και δεν πειράζει που δεν θα κάνω κι άλλα", πόσο μάλλον όταν είναι μόλις δεκαοκτώ χρονών. Ωστόσο, υπήρχε μόνο ένα πράγμα που μου κόστιζε παραπάνω απ' όσο άντεχα. Είπα ότι ήταν το μόνο για το οποίο μετάνιωνα, αλλά δεν μπορείς να μετανοιώσεις για πράγματα που δεν εξαρτώνται από εσένα. Για πράγματα που δεν αποτελούν επιλογές σου.

Θυμάμαι το σκοτάδι.

Δεν χτύπησα, δεν έχασα τις αισθήσεις μου. Αλλά είχα μουδιάσει τόσο πολύ που για μια στιγμή δεν υπήρξα. Την στιγμή της σύγκρουσης, δεν ήμουν εκεί. Δεν ήμουν πουθενά. Τα σώμα μου ήταν βέβαιο ότι ερχόταν πολύς πόνος και ίσως και τίποτα άλλο και όταν είναι τέτοια η προοπτική υπάρχει ένας πολύ χρήσιμος μηχανισμός που μας κάνει να μην νιώθουμε, να μην σκεφτόμαστε. Είμαστε ότι κοντινότερο υπάρχει στο ζόμπι: ένα σώμα ζωντανό, αλλά ακατοίκητο.

Άκουσα το χαρακτηριστικό αναστεναγμό του γυαλιού που σπάει (κάθε γυαλί ζει τη ζωή του γνωρίζοντας πόσο εύθραστο είναι και πόσο πιθανό είναι επομένως να είναι αυτή η κατάληξή του). Άκουσα τη χαρακτηριστική δυσφορία του μετάλλου στην υπερπροσπάθειά του να μη λυγίσει κάτω από υπερβολική πίεση (όλα τα μέταλλα δέχονται μεγάλο πλήγμα στην αυτοεκτίμησή τους αν υποχωρήσουν, ανεξάρτητα του αν ήταν πέρα από τις δυνατότητές τους). Τα άκουσα αυτά, αλλά όπως ακούγονται από ένα διπλανό διαμέρισμα ή από την άλλη γραμμή του τηλεφώνου.

Το επόμενο που θυμάμαι, είναι η σταδιακή συνειδητοποίηση της συνειδητότητας. Προς μεγάλη μου απορία, βρήκα ένα μυαλό: το δικό μου. Με παραξένευσε αυτή η ανακάλυψη και με οδήγησε στην αναπόφευκτη απορία "τι είμαι;". Σαν να το διέκρινα μέσα από ένα πυκνό στρώμα ομίχλης μέσα στο μυαλό μου, άρχισα να αντιλαμβάνομαι ότι αντιλαμβάνομαι. Αργόσυρτα, δυσκίνητα, σαν να ανασύρονται από βαθύ πηγάδι αντί να δημιουργούνται στη στιγμή, σχηματίζονταν μία μία αυτοαποδεικνυόμενες σκέψεις, όλες σχετικές με τον εαυτό τους. Με αποστασιοποιήμενο, ακαδημαϊκό ενδιαφέρον παρακολούθησα τον ειρμό τους:

Σκέφτηκα ότι σκέφτομαι και σκέφτομαι, άρα υπάρχω κι αφού υπάρχω πρέπει κάπου να έχω κι ένα σώμα. Πανικόβλητα, έψαξα το σώμα μου. Εσωτερικά, στην αρχή, γιατί εξωτερικά δεν υπήρχε τίποτα ακόμα. Όπως κάποιοι αστέρες καταρρέουν στον εαυτό τους πριν εκρηχθούν σε κόκκινους γίγαντες, έτσι κι εγώ τη στιγμή της κρίσης κατέρρευσα μέσα στο μυαλό μου και τώρα ξανααναζητούσα το χώρο μου, τα τωρινά όριά μου, ελπίζοντας ότι ταυτίζονταν με τα προηγούμενα.

Μετά ένιωσα. Το σώμα μου ξαναϋπήρξε ξαφνικά στο μυαλό μου. Μπορούσα με το μυαλό μου να βρω τα χέρια και τα πόδια μου και σύντομα, μπορούσα να κουνηθώ και πάλι. Ταυτόχρονα, απότομα, κούμπωσα στον εαυτό μου σαν καπάκι: Ποπ.

Ήμουν πάλι εγώ, εδώ, τώρα, με ταυτόχρονη γνώση της ύπαρξης των άλλων, του αλλού, του πριν και του μετά.

Οι ώρες που ακολούθησαν ήταν γεμάτες πανικό.

Τις δύο επόμενες εβδομάδες, προσομοίωσα ένα άλλο μεταφυσικό ον, το φάντασμα. Δεν ήμουν ζόμπι γιατί είχα σκέψη, αλλά αυτή τη φορά η σκέψη ήταν αποσυνδεδεμένη από το σώμα. Ήταν σαν να είχε ξεκολλήσει το πνεύμα από το σώμα μου και μετά, ενώ είχε μπει θεωρητικά στο σωστό σημείο, δεν είχαν αποκατασταθεί πλήρως οι συνδέσεις. Το πνεύμα μου είχε καταλάβει το σώμα μου, αλλά δεν το είχε ανακτήσει.

Θυμάμαι ότι είχε κολλήσει στην επανάληψη η νοητή συσκευή αναπαραγωγής μου και έπαιζα ξανά και ξανά τη στροφή στο μυαλό μου. Σχεδόν πάντα ένιωθα ότι το αυτοκίνητο θα καταφέρει να πάρει τη στροφή και θα συνεχίσει το δρόμο του, αναστενάζοντας από ανακούφιση και μουρμουρίζοντας μία ντροπιασμένη συγνώμη στο λευκό συνάδελφο, που θα κατέβαζε τα φώτα του σεμνά, σαν να έλεγε δεν πειράζει, αρκεί που είμαστε καλά κι εμείς και οι άνθρωποί μας.

Αλλά το αυτοκίνητο ποτέ δεν ολοκλήρωσε την στροφή. Εγώ ποτέ δεν ολοκλήρωσα την στροφή. Άφησα εκεί τον εναλλακτικό, αναμενόμενο, "σωστό" εαυτό μου, ο οποίος σαν αερικό συνέχισε το δρόμο του και έφτασε σπίτι, αντί για μένα που πέρασα το βράδυ μου αγωνιώντας στον Γεννηματά.

Εκείνος ο δρόμος ήταν παραπάνω από ένας δρόμος. Εκείνη τη στιγμή, ο δρόμος ταυτίστηκε με τον δρόμο της ζωής μου. Κι όταν το αυτοκίνητο έφυγε από την πορεία του σε εκείνον το δρόμο, εγώ ξέφυγα και από μία ακόμα πορεία, εκείνη της ζωής μου. Το αυτοκίνητο έπρεπε να είχε στρίψει. Εγώ έπρεπε να είχα στρίψει.

Ίσως υπήρχε "σωστός δρόμος" τότε. Ίσως όχι. Από την άποψη του αποτελέσματος, δεν έκανε μεγάλη διαφορά.

Γιατί, έτσι κι αλλιώς, εκείνο το άτομο, που τόσο φοβήθηκε ότι θα χανόταν και που τόσο χάρηκε που παρέμεινε, χάθηκε. Ίσως έγινε εκείνη τη στιγμή, ίσως κάπου στην ευρύτερη χρονική περίοδο, πάντως σύντομα δεν υπήρχε πια και τώρα, πλέον, έχουν περάσει χρόνια που δεν υπάρχει.

Ή έχει μείνει μόνο το φάντασμα ή μόνο το πνεύμα του. Κι όμως, υπάρχει διαφορά ανάμεσα στα δύο. Στην πρώτη περίπτωση έχασα ένα κομμάτι του εαυτού μου που ταυτόχρονα ποτέ δεν θα μου επιστραφεί και πάντα θα είναι απαραίτητο για να είμαι πλήρης και άρα είναι βέβαιο ότι δεν έχω ελπίδα για κάτι τέτοιο. Στην δεύτερη περίπτωση, απελευθερώθηκα από ένα κομμάτι που με περιόριζε, όχι ακριβώς σαν κλουβί, αλλά όπως η δομή του πάγου δεν του επιτρέπει να περάσει από μια ρωγμή, ενώ οι υγρές και αέριες μορφές της ίδιας ουσίας μπορούν. Ήταν ένας περιορισμός λόγω φύσης.

Ίσως, λοιπόν, άφησα πίσω μια δομή που δεν με εξυπηρετούσε - όπως, περίπου, το φίδι αφήνει το δέρμα του - ώστε να δώσω χώρο και δυνατότητα σε κάποια άλλη δομή να αναπτυχθεί γύρω μου, μία με την οποία θα ενσωματωθούμε. Ίσως...

Αλλά, χρόνος μπαίνει, χρόνος βγαίνει και παραμένω ξενιστής στο σώμα μου, καλεσμένος στο μυαλό μου.

Και το μόνο που έμεινε από εκείνο το άτομο, από το "σωστό δρομό" που εκείνο το άτομο θεώρησε ότι έχασε και από εκείνην την "λάθος παράκαμψη" που θεώρησε ότι του κόστισε εκείνο το "σωστό δρόμο"... είναι εκείνη η τελευταία σκέψη.

Εκείνο το άτομο γνώριζε ότι ποτέ δεν ξέρεις πόσο χρόνο έχεις ακόμα. Και γνωρίζε, επίσης, ότι δεν μπορείς να το γλυτώσεις αυτό, ότι αναγκαστικά πρέπει να στοιχηματίζεις και στον χρόνο, γιατί τα περισσότερα πράγματα δεν μπορούν να γίνουν ακριβώς όταν και όπως τα θέλεις. Όλα αυτά τα γνώριζε, αλλά η γνώση ότι δεν εξαρτιόταν από εκείνο, δεν άλλαζε το γεγονός ότι, αν πράγματι σταματούσε η ζωή του εκείνη τη στιγμή, θα είχε τελειώσει η ζωή του με μία σημαντική έλλειψη.

Χαίρομαι, φυσικά, για όσο χρόνο μου δώθηκε και μου δίνεται. Αλλά ζω με τη γνώση ότι όσος και να μου δωθεί, μπορεί κάλλιστα να μην αρκετός. Μπορεί κάλλιστα να ξαναβρεθώ στο ίδιο σημείο, χρόνια και χρόνια μετά από εκείνο το ατύχημα, και η τελευταία μου σκέψη να είναι η ίδια. Ήδη έχουν περάσει έξι χρόνια και δεν έχει αλλάξει κάτι. Και ακόμα δεν υπάρχει κάτι παραπάνω να κάνω. Δεν εξαρτάται από εμένα. Δεν είναι ακριβώς τυχαίο, γιατί η τύχη στις ανθρώπινες αλληλεπιδράσεις παύει να υπάρχει όταν αρχίζουν οι επιλογές.

Και τελικά αυτό είναι που με στενοχωρεί περισσότερο από όλα... το πόσο κακομεταχειρίζονται οι περισσότεροι άνθρωποι το χρόνο. Πόσο συχνά δεν τα υπολογίζουν όλα αυτά και προσπερνούν τις ευκαιρίες. Πόσο συχνά προσπερνούν εμένα.

Αλλά πώς να μην με προσπερνούν;

Αφού είμαι φάντασμα ή πνεύμα...

21.12.10

Επίλεκτοι

Υπάρχεις. Είσαι Εσύ. Βρίσκεσαι Εδώ. Διαβάζεις αυτές τις γραμμές. Έχεις σκεφτεί πόσα πράγματα έπρεπε να γίνουν, απλώς για να μπορέσεις να Υπάρξεις; Πόσα πράγματα έπρεπε να γίνουν για να είσαι Εσύ; Πόσα πράγματα για να βρίσκεσαι Εδώ; Πόσα πράγματα για να διαβάζεις αυτές τις Γραμμές;

Δεν ήταν πάντα έτσι ο Κόσμος. Δεν υπήρχαν πάντα Υπολογιστές. Δεν υπήρχε πάντα Γραφή. Δεν υπήρχε πάντα Γλώσσα. Δεν υπήρχαν πάντα Άνθρωποι. Δεν υπήρχες πάντα Εσύ.
Δεν υπήρχε πάντα αυτή η Ζωή, η ζωή του DNA. Δεν υπήρχε πάντα αυτό το κλίμα στη Γη. Δεν υπήρχε πάντα Γη. Δεν υπήρχε πάντα Ήλιος. Δεν υπήρχε πάντα Γαλαξίας.

Όλα αυτά υπήρξαν από το Τίποτα. Γιατί το Τίποτα δεν είναι απαραίτητα άδειο. Και το Tίποτα είναι γεμάτο. Από Δυνατότητες. Από Ευκαιρίες.

Και το Τίποτα έγινε Κάτι. Και έγιναν οι γαλαξίες και τα αστέρια κι ανάμεσά τους κι ο δικός μας Γαλαξίας και το δικό μας Αστέρι, ο Ήλιος. Και λέω ότι είναι "δικά μας", αλλά εννοώ ότι εμείς είμαστε δικοί τους. Κι έγινε κι η Γη και η Σελήνη. Κι εμφανίστηκε και η Ζωή. Κι οι Άνθρωποι και η Γλώσσα και η Γραφή κι οι Υπολογιστές κι Εσύ.

Συνειδητοποιείς πόσο πολύπλοκη και συγκεκριμένη είναι η διαδικασία με την οποία η Σελήνη γυρίζει γύρω από τη Γη, η Γη και η Σελήνη και όλοι οι άλλοι πλανήτες με τους δορυφόρους τους γύρω από των Ήλιο, Ο Ήλιος και η Γη και η Σελήνη και όλοι οι άλλοι πλανήτες με τους δορυφόρους τους και όλα τα άλλα ηλιακά συστήματα του Γαλαξία με τους πλανήτες και τους δορυφόρους τους γύρω από το Κέντρο του Γαλαξία;

Συνειδητοποιείς πώς μερικά μόνο υποατομικά σωματίδια συνδυάζονται για να σχηματίσουν όλα τα πρωτόνια και τα νετρόνια; Συνειδητοποιείς πώς οι διαφορετικοί συνδυασμοί ηλεκτρονίων, πρωτονίων και νετρονίων σχηματίζουν όλα τα χημικά στοιχεία, που όμως είναι τόσο διαφορετικά μεταξύ τους; Πόσο μοιάζει το οξυγόνο με το σίδερο στα δικά μας μάτια; Πόσο περισσότερο διαφορετικά θα μπορούσαν δύο πράγματα να φαίνονται στα μάτια μας, για να μας φαίνεται απίστευτο ότι φτιάχνονται από τα ίδια υλικά;

Κι έπειτα, οι διαφορετικοί συνδυασμοί αυτών των στοιχείων, φτιάχνουν τόσα άλλα πράγματα που πάλι φαίνονται εντελώς διαφορετικά. Κι έχουμε το ξύλο και το μάρμαρο, έχουμε τα πάντα. Έχουμε τη Ζωή. 12 άτομα υδρογόνου, 10 άνθρακα, 7 οξυγόνου και 1 φωσφόρου σε κατάλληλες θέσεις μεταξύ τους είναι αυτά που χρειάζονται για μία μονάδα DNA. Και με τέσσερις μόνο εκδοχές αυτής της μονάδας γίνονται αρκετοί διαφορετικοί συνδυασμοί ώστε να περικλείσουν τις αμέτρητες πληροφορίες που χρειάζονται και για τον πιο απλό οργανισμό.

Ξέρεις πόσα έπρεπε να γίνουν για να υπάρξεις; Από ένα μόνο τόσο δα μικρό κύτταρο έγινες όλος εσύ. Φανταστικοεκατομμύρια χημικές αντιδράσεις, μέσα σε πολύ συγκεκριμένα περιθώρια χρονισμού, για να πας από το ενα κύτταρο στα τρισεκατομμύρια που σε αποτελούν, σε απόλυτο συντονισμό μεταξύ τους. Αν δεν είχαν πετύχει όλα αυτά δεν θα είχες συναίσθηση της συνείδητότητάς σου, δεν θα κατανοούσες τη Γλώσσα, δεν θα αναγνώριζες τη Γραφή. Δεν θα μπορούσες να διαβάζεις και να καταλαβαίνεις και να επεξεργάζεσαι και να έχεις αποψη για αυτές τις Γραμμές.

Συνειδητοποιείς πόσο δύσκολη δουλειά είναι να υπάρχεις; Συνειδητοποιείς πόσες δουλειές γίνονται ασταμάτητα απλώς για να είσαι αυτό που είσαι, να είσαι εκεί που είσαι και τίποτα παραπάνω; Συνειδητοποιείς πόσα περισσότερα πρέπει να γίνουν για να αλλάζεις κάθε φορά αυτό που είσαι ή το πού είσαι; Συνειδητοποιείς πόσο ακριβή και σπάταλη κατασκευή είσαι; Συνειδητοποιείς πόσο ενέργεια καταναλώνεις, χωρίς να υπολογίσουμε πόση ενέργεια χρησιμοποιείς για τις τεχνολογικές, μηχανολογικές και άλλες προεκτάσεις σου;

Συνειδητοποιείς πόσα πράγματα θα μπορούσαν να έχουν πάει διαφορετικά; Όσο πιο πίσω στο χρόνο πας, τόσο πιο μικρή αλλαγή θα χρειαζόταν για να κάνει της ίδιας τάξης διαφορά στο σήμερα.

Συνειδητοποιείς πόσο εξαρτήθηκες από ό, τι έχει ήδη συμβεί;

Συνειδητοποιείς πόσο εξαρτάσαι από ό, τι συμβαίνει γύρω σου;

Συνειδητοποιείς πόσο εξαρτάσαι ακόμα από ό, τι έχει ήδη συμβεί;

Θα μπορούσες κάλλιστα να μην έχεις υπάρξει. Αλλά υπήρξες.

Απλώς και μόνο το ότι υπήρξες ήταν ενάντια στις πιθανότητες. Μια μικρή διαφορά στη ζωή οποιουδήποτε προγόνου σου θα έσβηνε τη γραμμή του γενεολογικού δέντρου στην οποία ανήκες, θα σε έσβηνε από την εικόνα και δεν θα ήσουν πάρα μία αχρείαστη εναλλακτική πιθανότητα. Αλλά ακόμα και αν έφταναν να υπάρξουν μέχρι και οι γονείς σου, κάποιες αλλαγές στις συνθήκες θα μπορούσαν να τους κρατήσουν μακριά. Αλλά ακόμα και αν βρίσκονταν μαζί και έκαναν οικογένεια πάλι, ξέρεις πόσα διαφορετικά "παιδιά" θα μπορούσαν να είναι τη θέση σου; Μια μικρή, απειροελάχιστη διαφορά στις συνθήκες και κάποιος άλλος από τους αμέτρητους συνδυασμούς του γενετικού υλικού των γονιών σου θα είχε δώσει ζωή σε κάποιον άλλον άνθρωπο. Το ίδιο ισχύει για τους γονείς σου, τον καθένα χωριστά. Και τους γονείς των γονιών σου.

Έχει σημασία αν ήταν θεός, μοίρα, τύχη, τυχαιότητα ή οτιδήποτε άλλο; Έχει σημασία αν κάποιος ή κάτι σε επέλεξε "συνειδητά" ή αν η ύπαρξή σου ήταν απλώς θέμα πιθανοτήτων;

Κληρώθηκες.

Υπήρξες. Και η πορεία σου σε έφερε αυτή τη μέρα σ' αυτόν τον Υπολογιστή, στο Ίντερνετ, σ' αυτήν την Ιστοσελίδα. Αλλά ακόμα κι έτσι δεν αρκούν όλα αυτά.

Κι η δική μου ύπαρξη ήταν ενάντια στις πιθανότητες. Αμέτρητα πράγματα θα μπορούσαν να έχουν συμβεί διαφορετικά και θα οδηγούσαν στην μη δημιουργία μου.

Και πώς θα διάβαζες αυτές τις γραμμές όχι μόνο αν δεν είχα υπάρξει κι εγώ, αλλά και αν για οποιοδήποτε λόγο δεν τις είχα γράψει εξ αρχής;

Βλέπεις πόσο ενάντια στις πιθανότητες είναι αυτή η αλληλεπίδρασή μας;

Η ύλη είναι η εξαίρεση του κανόνα του κενού. Η ζωή είναι η εξαίρεση του κανόνα της ύλης. Η συνείδηση είναι η εξαίρεση του κανόνα της ζωής.

Βλέπεις πόσο είμαστε η εξαίρεση της εξαίρεσης;

Αν δεν υπήρχαν όλοι αυτοί οι κανόνες, δεν θα είχαν υπάρξει οι εξαιρέσεις τους. Και αυτή είναι η παραδοξότητα της ύπαρξής μας: Είμαστε τόσο α-πίθανοι που είναι δύσκολο να αποφασίσει κανείς αν είμαστε αποτέλεσμα λάθους... ή αν είμαστε επιλεγμένοι.

Μάλλον και τα δύο ταυτόχρονα. Ή ίσως τίποτα από τα δύο. Ή καλυτερα και τα δύο και τίποτα από τα δύο... ταυτόχρονα...

5.12.10

Ε, και;

Ωραία...

Ονειρευόσουν όταν ήσουν παιδί ότι θα γίνεις φωτογράφος και ξαφνικά έχεις ήδη μεγαλώσει και δουλεύεις (σκοτώνεσαι, καλύτερα) σε μια εταιρία κάνοντας κανείς δεν ξέρει τι.

Ονειρευόσουν να μπεις στη νομική/ιατρική/πληροφορική/... από πάντα και βρίσκεσαι τρίτη φορά να δίνεις αυτές τις χαζές πανελλήνιες.

Ονειρευόσουν να μπεις στην νομική/ιατρική/πληροφορική/... έδωσες τρεις φορές αλλά δεν πέρασες, τελικά τελείωσες μια απ' τις άλλες, άσχετες σχολές που πέρασες, έδωσες δύο φορές κατατακτήριες, πέρασες (ίσως έπαιξε και κάποιο ρόλο που ο θείος σου μίλησε σε έναν γνωστό του στο πανεπιστήμιο), μόνο και μόνο για να ανακαλύψεις μια πολύ δυσάρεστη αλήθεια που κανείς δεν σου είχε πει: ότι το πανεπιστήμιο είναι μια ανοργάνωτη και πολιτικοποιημένη κοροϊδία από συμφέροντα.

Ονειρευόσουν να πιάσεις δουλειά με το που θα γίνεις δεκαοχτώ, ότι θα ανεξαρτητοποιηθείς από την δεύτερη μέρα που θα ζεις ως ενήλικας και νά 'σαι, είκοσι, εικοσιπέντε, τριάντα, ακόμα ζεις με τους γονείς σου, ακόμα σπουδάζεις, ακόμα δεν ξέρεις τι θα κάνεις, ακόμα δεν καταλαβαίνεις πώς λειτουργούν τα πράγματα.

Ονειρευόσουν να πάρεις δίπλωμα οδήγησης με το που θα ενηλικιωθείς, αλλά να που είσαι είκοσι, εικοσιπέντε, τριάντα κι ακόμα εξαρτάσαι από συγκοινωνίες, φίλους και ταξί κι η βενζίνη όλο ανεβαίνει.

Ονειρευόσουν το μέλλον σου με λεφτά όχι λόγω μαφίας ή φήμης, αλλά λόγω καλής δουλειάς και τώρα βλέπεις τα χρέη στις τρεις πιστωτικές σου κάρτες να χτίζονται.

Ονειρευόσουν να έχεις διαφορετική γκόμενα/γκόμενο κάθε μήνα και με το ζόρι έχεις έναν το χρόνο.

Ονειρευόσουν να βρεις έναν άνθρωπο ξεχωριστό, με τον οποίο θα καταλαβαινόσαστε, αλλά οι ξεχωριστοί άνθρωποι που συνάντησες δεν ήθελαν εσένα και αυτοί που ήθελαν εσένα δεν ήταν ξεχωριστοί.

Ονειρευόσουν το ένα ή το άλλο και όχι τίποτα τρελό, μόνο πράγματα λογικά, που οι άνθρωποι γύρω σου δεν μπήκαν στον κόπο να σου προειδοποιήσουν ότι δεν γίνονται, ακριβώς επειδή είναι λογικά, ενώ ο κόσμος είναι συνήθως παράλογος.

Ε, και;

Και τι θα κάνεις τώρα; Ποιο το νόημα να χτυπάς το πόδι κάτω και να λες με παράπονο "αλλιώς μου είπαν ότι θα είναι τα πράγματα ";

Σου είπαν ψέματα. Είτε σκόπιμα, είτε από αμέλεια, είτε από βλακεία, είτε από ευσεβείς πόθους, σου είπαν ψέματα. Οι γονείς σου που σου έλεγαν να μην βγεις με τους φίλους σου, αλλά να κάτσεις να διαβάσεις, γιατί αυτό είναι το καλό για το μέλλον σου σου είπαν ψέματα. Οι γονείς σου που σε σταμάτησαν απ' το χορό την χρονιά που έδινες πανελλήνιες για να συγκεντρωθείς στις εξετάσεις, γιατί έτσι θα αποδώσεις καλύτερα, σου είπαν ψέματα.

Οι καθηγητές που σου έλεγαν ότι είναι καλύτερο να μην μπεις στην σχολή που θες, αλλά σε κάποια "καλύτερη" (δηλαδή με υψηλότερη βάση) γιατί έτσι δεν θα πάει χαμένος ο βαθμός σου, σου είπαν ψέματα. Οι καθηγητές που σου έλεγαν πόσο καλές σχολές είναι η ιατρική ή η νομική σου είπαν ψέματα. Οι καθηγητές που σου έλεγαν ότι στο πανεπιστήμιο είναι αλλιώς τα πράγματα, πρέπει να κοιτάς την ουσία και να είσαι ξύπνιος και όχι να παπαγαλίζεις, σου είπαν ψέματα.

Οι προϊστάμενοι που σου έλεγαν ότι έτσι θα το θυμούνται ότι έκανες υπερωρίες πάνω στις υπερωρίες, απλήρωτες, βέβαια, και μετά έδωσαν την προαγωγή στο βαφτισιμιό τους, σου είπαν ψέματα.

Όλοι αυτοί που σου είπαν ότι η εξυπνάδα και η εργατικότητα αμοίβονται, σου είπαν ψέματα. Γιατί όχι μόνο δεν αμοίβονται, αλλά τιμωρούνται κι όλας. Αν αρχίσουν να αμοίβονται οι έξυπνοι και οι εργατικοί δεν είναι σίγουρο ότι θα μείνει χώρος για όλους τους γιους, τους ξαδέρφους, τις θείες, τους γκόμενους, τις κολλητές των βουλευτών, των δημάρχων, των αντιδημάρχων, των δημοτικών συμβούλων, των τραγουδιστών, των τηλεπαρουσιαστών, του οποιουδήποτε έχει την παραμικρή δυνατότητα να χρησιμοποιήσει τη θέση του για να "βολέψει" άλλους.

Όλοι αυτοί που σου έλεγαν ότι η εξυπνάδα και ομορφιά εκτιμώνται σου είπαν ψέματα. Γιατί όχι μόνο δεν εκτιμώνται, αλλά τιμωρούνται κι όλας. Δεν υπάρχει χώρος για αυτά, αφού οι άνθρωποι έχουν συνηθίσει να αλληλοϋποτιμούνται και να θεωρούν τους εαυτούς τους αξιωματικά και δικαιωματικά καλύτερους από όλους τους άλλους. Χαλάς την πιάτσα, πώς το λένε.

Όλοι αυτοί που σου έκαναν μαθήματα ηθικής, να κάνεις το σωστό, να είσαι δίκαιος, να έχεις αξιοπρέπεια και θα σου ανταποδωθεί σου είπαν ψέματα. Αν συμπεριφέρεσαι σωστά, οι άλλοι θα σου συμπεριφέρονται ακόμα χειρότερα. Αν παίζεις δίκαια, απλώς θα κερδίσει αυτός που έκλεψε. Ένας από όλους τους υπόλοιπους που έκλεψαν. Κάποιες φορές ούτε καν αυτός που έκλεψε καλύτερα, αλλά αυτός που έκλεψε και είχε και μέσο. Δεν χωράει η ηθική, το σωστό, το δίκαιο, η αξιοπρέπεια στον κόσμο γύρω σου.

Ε, και;

Σου είπαν ψέματα. Τώρα τουλάχιστον ξέρεις αυτό το κομμάτι της αλήθειας. Και τώρα υπάρχει μια επιλογή που πρέπει να κάνεις. Πρέπει να επιλέξεις ποιον δρόμο θα ακολουθήσεις. Θα ακολουθήσεις το παραδειγμά τους; Θα αρχίσεις να λες κι εσύ ψέματα στον εαυτό σου και στους άλλους; Θα αρχίσεις να κλέβεις και να υποκρίνεσαι "αφού έτσι κάνουν όλοι" κι "αφού αλλιώς δεν έχεις στον ήλιο μοίρα"; Θα βοηθήσεις κι εσύ σ' αυτή διαιώνιση;

Η αξιοπρέπειά σου είναι το μόνο πράγμα που σου ανήκει πραγματικά και είναι και το μόνο πράγμα που αξίζει να έχεις. Η Βάλερι το είπε πολύ καλύτερα από εμένα στο V for Vendetta.

Βρες την αξιοπρέπειά σου. Ξέχνα τα ψέματα και κράτα μόνο την αλήθεια. Ξέχνα αυτά που δεν έγιναν όταν έπρεπε να γίνουν. Δες το τωρα. Έλα στο τώρα. Βρες την αλήθεια αυτού του τώρα και κάνε καινούρια όνειρα.

Αλλά μην περιμένεις να σε βοηθήσει τίποτα και κανένας. Θα πρέπει να συνηθίσεις να ακούς "δεν γίνεται" και "δεν μπορείς" και "δεν αξίζεις" και "δεν είσαι αρκετά καλός". Θα πρέπει να μάθεις να τα αγνοείς. Γιατί είναι δικαιολογίες. Συνήθως, είναι απλώς εκτός θέματος.

Ε, και;

Μόνο έναν σε έναν άνθρωπο είσαι υπόλογος. Μόνο σε έναν άνθρωπο είσαι υποχρεωμένος. Μόνο σε έναν άνθρωπο λογοδοτείς.

Για τον εαυτό σου, μόνο, πρέπει να θες να είσαι, να γίνεσαι και να κάνεις ό, τι καλύτερο μπορείς. Και πώς θα το κάνεις αυτό; Δεν ξέρω.

Βρες τρόπο.

Δεν είναι διαταγή αυτό, ούτε ειρωνία. Δεν είναι αδιαφορία ή υπεροψία.

Είναι παράκληση.

Βρες τρόπο.

Κι αν βρεις έναν έλα να μου τον πεις κι εμένα. Κι αν βρω κάποιον πρώτα, θα είσαι από τους πρώτους που θα το μάθουν.