Η αρχή ήταν δύσκολη. Μπήκαμε σε μια αίθουσα σαν κάθετο σπιρτόκουτο. Το πάτωμα ήταν η μικρή ορθογώνια πλευρά του, με καθίσματα σε μορφή αμφιθεατρικού «Π». Δεν μπορούσες ούτε να αγνοήσεις, ούτε να απομακρυνθείς πολύ από το πτώμα που κείτονταν, παρατημένο λίγο άκομψα, πάνω στο μεταλλικό τραπέζι στη μέση της αίθουσας. Ένας άντρας. Το θέαμα δεν ήταν καθόλου ευχάριστο και η αμηχανία όλων μας ήταν έκδηλη όσο και αναμενόμενη. Η μυρωδιά της αποσύνθεσης δεν βοηθάει. Ψίθυροι και νευρικά γέλια ακούγονται ανάμεσά μας, καθώς μοιραζόμαστε στις θέσεις, προσπαθώντας να κάτσουμε κοντά στους συμφοιτητές με τους οποίους νιώθουμε πιο άνετα. Κάποιοι χλωμιάζουν, κάποιοι το ρίχνουν στην πλάκα, κάποιοι προσπαθούν να δείξουν ακαδημαϊκό ενδιαφέρον, κάποιοι ψυχρό επαγγελματισμό.
Εγώ σηκώνω το βλέμμα μου στο εκτυφλωτικό φως που μπαίνει από τα τζάμια στο πάνω μέρος της ψηλής αίθουσας και προσπαθώ να βάλω σε τάξη τις σκέψεις μου. Αυτός ο άνθρωπος έχει χάσει τη ζωή του. Πόσο μικρό είναι να ασχολούμαι με τα δικά μου συναισθήματα, τις δικές μου ανασφάλειες; Το πώς νιώθω εγώ είναι εντελώς εκτός θέματος. Η ώρα αυτή ανήκει σε αυτόν τον άντρα, στη δική του ζωή. Επιπλέον, ό,τι πέρασε αυτός ο άνθρωπος, το πέρασε. Δεν πονάει πια, δεν υποφέρει. Και δεν κάνει και τίποτα άλλο φυσικά. Για εμάς θα ήταν δύσκολη η επόμενη ώρα, όχι για αυτόν. Άρα έπρεπε απλά να το ξεπεράσω. Όλως περιέργως, δεν ήταν τόσο δύσκολο όσο περίμενα.
Σαν το ηλεκτρόνιο κι ο άνθρωπος είναι τόσο ύλη όσο και κύμα. Όπως τα πάντα, ο άνθρωπος είναι τόσο ύλη όσο και ενέργεια. Εδώ έχουμε την ύλη. Και δουλειά μας να ξεδιαλύνουμε τι έγινε στην ύλη ώστε χάθηκε η ενέργεια.
Το νυστέρι κόβει τη σάρκα. Πάντα ακολουθώντας την ίδια προκαθορισμένη διαδρομή. Σαν προφητεία έτοιμη να εκπληρωθεί, χαράζει την πορεία του κι εκθέτει ένα ένα τα εσώτερα στρώματα της υλικής πλευράς αυτού ανθρώπου. Χωρίς φόβο, χωρίς πάθος, χωρίς κανένα συναίσθημα, ουδέτερα, σαν ο επίσημος αγγελιοφόρος μιας ανώτερης, ολοκληρωτικής αλήθειας, ο Ιατροδικαστής υπαγορεύει τα ευρήματα στην βοηθό του.
Η βοηθός έχει ζωντανέψει σίγουρα από τις σελίδες κάποιου σκοτεινού μυθιστορήματος: λεπτό πρόσωπο, λευκό, μαρμάρινο δέρμα σε πλήρη αντίθεση με τα σκούρα μάτια και τα υπέροχα μαύρα, μακριά, κυματιστά μαλλιά. Ταιριάζει τόσο πολύ στην εικόνα που η ειρωνία δεν καταφέρνει να με ενοχλήσει.
Δεν ακούγεται τίποτα πέρα από τους ήχους της συνάντησης των μεταλλικών εργαλείων με τη σάρκα, από τη σταθερή φωνή του Ιατροδικαστή, από το περιστασιακό θρόισμα του γυρίσματος μιας σελίδας στις σημειώσεις της βοηθού. Πενήντα άτομα θα μπορούσαμε να είμαστε εξίσου άψυχοι όσο και ο άντρας στο τραπέζι... αν εξαιρούσε κανείς την ενέργεια που μπορεί να παραχθεί μόνο από το βάρος μιας συλλογικά κρατημένης αναπνοής. Πενήντα άτομα και κανείς δεν κάνει τον παραμικρό θόρυβο. Τα λεπτά περνούν, γίνονται ώρα και συνεχίζουν να περνούν, και δεν έχει ακουστεί ούτε το παραμικρό τρίξιμο μιας καρέκλας από την προσπάθεια κάποιου να βολευτεί, ούτε το αχνό ψιθύρισμα ενός υφάσματος που προκαλείται από την παραμικρή κίνηση. Κανείς δεν μιλάει. Κανείς δεν κινείται. Κανείς δεν κρατάει σημειώσεις. Κανείς δεν αναπνέει.
Και η διαδικασία συνεχίζεται. Συστηματικά, υπεύθυνα, τα πάντα κόβονται, ζυγίζονται, μελετούνται, προετοιμάζονται για μικροσκόπηση.
Και δεν υπάρχουν πια μυστικά.
Βίαιη, βάρβαρη, πρωτόγονη, αλλά με τέτοιο έλεγχο και ψυχρότητα και σοβαρότητα, που είναι αδύνατο να μη σου προκαλέσει δέος. Ό,τι και να έχεις δει, ό,τι και να έχεις κάνει, αυτό είναι κάτι διαφορετικό, ανώτερο, παίρνει από μόνο του μια τελετουργική διάθεση.
Αν υπάρχει θεός, αποκλείεται να μην θεωρεί ότι υπερβαίνουμε την δικαιοδοσία μας. Αν υπάρχει θεός, τότε κάθε φορά που νεκροτομείται ένας άνθρωπος είμαι σίγουρη ότι μας γυρίζει με αποδοκιμασία την πλάτη για την πεζότητα με την οποία αντιμετωπίζουμε την ύλη ενός δημιουργήματός του.
Αλλά η πεζότητα αυτή δεν προκύπτει από έλλειψη σεβασμού ή από αναιδή διάθεση, οπότε δεν έρχεται σε αντίθεση με το μεγαλείο της ζωής. Άλλωστε αυτό είναι το μεγαλείο της ζωής, το ότι είναι η εξαίρεση, μια καταπληκτική, περιστασιακή, ευάλωτη συμπύκνωση οργάνωσης που όλες οι δυνάμεις γύρω της προσπαθούν και αργά ή γρήγορα καταφέρνουν να αλλοιώσουν, να διαλύσουν. Η ζωή είναι ένας ασταμάτητος πόλεμος, μια διαρκής προσπάθεια διατήρησης μιας τρύπας στο νερό εν ώρα τρικυμίας.
Και η Ιατρική είναι ένα σημαντικό όπλο σ’αυτόν τον πόλεμο. Γι’αυτό και προκαλεί τόσο δέος· η εντατική, τα χειρουργεία, ο απινιδισμός, η τεχνητή αναπνοή, όλοι οι ακραίοι χειρισμοί που μπορούν να καθυστερήσουν το αναπόφευκτο, η αδρεναλίνη, η ευθύνη. Αλλά η νεκροτομή έρχεται μετά τη μάχη. Μετά την ήττα. Τιμάει τη ζωή στην απουσία της. Τόσο αβίαστη, τόσο ψυχρή. Τόσο χονδροειδής, αλλά και τόσο κομψή, καταλήγοντας στη διατύπωση του αιτίου της αναντιστρεπτής έκβασης... στην τελευταία αλήθεια.
Γιατί, ενώ το έγκλημα έχει διαπραχθεί, ο ένοχος μπορεί ακόμα να βρεθεί. Και εκεί θα βρεθεί... στο τραπέζι της τελευταίας αλήθειας.
Σαν το ηλεκτρόνιο κι ο άνθρωπος είναι τόσο ύλη όσο και κύμα. Όπως τα πάντα, ο άνθρωπος είναι τόσο ύλη όσο και ενέργεια. Εδώ έχουμε την ύλη. Και δουλειά μας να ξεδιαλύνουμε τι έγινε στην ύλη ώστε χάθηκε η ενέργεια.
Το νυστέρι κόβει τη σάρκα. Πάντα ακολουθώντας την ίδια προκαθορισμένη διαδρομή. Σαν προφητεία έτοιμη να εκπληρωθεί, χαράζει την πορεία του κι εκθέτει ένα ένα τα εσώτερα στρώματα της υλικής πλευράς αυτού ανθρώπου. Χωρίς φόβο, χωρίς πάθος, χωρίς κανένα συναίσθημα, ουδέτερα, σαν ο επίσημος αγγελιοφόρος μιας ανώτερης, ολοκληρωτικής αλήθειας, ο Ιατροδικαστής υπαγορεύει τα ευρήματα στην βοηθό του.
Η βοηθός έχει ζωντανέψει σίγουρα από τις σελίδες κάποιου σκοτεινού μυθιστορήματος: λεπτό πρόσωπο, λευκό, μαρμάρινο δέρμα σε πλήρη αντίθεση με τα σκούρα μάτια και τα υπέροχα μαύρα, μακριά, κυματιστά μαλλιά. Ταιριάζει τόσο πολύ στην εικόνα που η ειρωνία δεν καταφέρνει να με ενοχλήσει.
Δεν ακούγεται τίποτα πέρα από τους ήχους της συνάντησης των μεταλλικών εργαλείων με τη σάρκα, από τη σταθερή φωνή του Ιατροδικαστή, από το περιστασιακό θρόισμα του γυρίσματος μιας σελίδας στις σημειώσεις της βοηθού. Πενήντα άτομα θα μπορούσαμε να είμαστε εξίσου άψυχοι όσο και ο άντρας στο τραπέζι... αν εξαιρούσε κανείς την ενέργεια που μπορεί να παραχθεί μόνο από το βάρος μιας συλλογικά κρατημένης αναπνοής. Πενήντα άτομα και κανείς δεν κάνει τον παραμικρό θόρυβο. Τα λεπτά περνούν, γίνονται ώρα και συνεχίζουν να περνούν, και δεν έχει ακουστεί ούτε το παραμικρό τρίξιμο μιας καρέκλας από την προσπάθεια κάποιου να βολευτεί, ούτε το αχνό ψιθύρισμα ενός υφάσματος που προκαλείται από την παραμικρή κίνηση. Κανείς δεν μιλάει. Κανείς δεν κινείται. Κανείς δεν κρατάει σημειώσεις. Κανείς δεν αναπνέει.
Και η διαδικασία συνεχίζεται. Συστηματικά, υπεύθυνα, τα πάντα κόβονται, ζυγίζονται, μελετούνται, προετοιμάζονται για μικροσκόπηση.
Και δεν υπάρχουν πια μυστικά.
Βίαιη, βάρβαρη, πρωτόγονη, αλλά με τέτοιο έλεγχο και ψυχρότητα και σοβαρότητα, που είναι αδύνατο να μη σου προκαλέσει δέος. Ό,τι και να έχεις δει, ό,τι και να έχεις κάνει, αυτό είναι κάτι διαφορετικό, ανώτερο, παίρνει από μόνο του μια τελετουργική διάθεση.
Αν υπάρχει θεός, αποκλείεται να μην θεωρεί ότι υπερβαίνουμε την δικαιοδοσία μας. Αν υπάρχει θεός, τότε κάθε φορά που νεκροτομείται ένας άνθρωπος είμαι σίγουρη ότι μας γυρίζει με αποδοκιμασία την πλάτη για την πεζότητα με την οποία αντιμετωπίζουμε την ύλη ενός δημιουργήματός του.
Αλλά η πεζότητα αυτή δεν προκύπτει από έλλειψη σεβασμού ή από αναιδή διάθεση, οπότε δεν έρχεται σε αντίθεση με το μεγαλείο της ζωής. Άλλωστε αυτό είναι το μεγαλείο της ζωής, το ότι είναι η εξαίρεση, μια καταπληκτική, περιστασιακή, ευάλωτη συμπύκνωση οργάνωσης που όλες οι δυνάμεις γύρω της προσπαθούν και αργά ή γρήγορα καταφέρνουν να αλλοιώσουν, να διαλύσουν. Η ζωή είναι ένας ασταμάτητος πόλεμος, μια διαρκής προσπάθεια διατήρησης μιας τρύπας στο νερό εν ώρα τρικυμίας.
Και η Ιατρική είναι ένα σημαντικό όπλο σ’αυτόν τον πόλεμο. Γι’αυτό και προκαλεί τόσο δέος· η εντατική, τα χειρουργεία, ο απινιδισμός, η τεχνητή αναπνοή, όλοι οι ακραίοι χειρισμοί που μπορούν να καθυστερήσουν το αναπόφευκτο, η αδρεναλίνη, η ευθύνη. Αλλά η νεκροτομή έρχεται μετά τη μάχη. Μετά την ήττα. Τιμάει τη ζωή στην απουσία της. Τόσο αβίαστη, τόσο ψυχρή. Τόσο χονδροειδής, αλλά και τόσο κομψή, καταλήγοντας στη διατύπωση του αιτίου της αναντιστρεπτής έκβασης... στην τελευταία αλήθεια.
Γιατί, ενώ το έγκλημα έχει διαπραχθεί, ο ένοχος μπορεί ακόμα να βρεθεί. Και εκεί θα βρεθεί... στο τραπέζι της τελευταίας αλήθειας.
No comments:
Post a Comment