«Έρως ανίκατε μάχαν...»
Όποιος θεωρεί τον έρωτα ως ανίκητο, είναι, κατά τη γνώμη μου, ή τυχερός ή άπειρος ή και τα δύο. Θα μπορούσα να διαπραγματευτώ το ανίκητο του έρωτα μόνο στις λίγες – τις ελάχιστες – αληθινές, δυνατές και δικαιωμένες μορφές του και ακόμα κι έτσι έχω πολλές ενστάσεις, αφού αν εφαρμόσουμε αυτό το διαχωρισμό είναι σα να δηλώνουμε το αυταπόδεικτο: «οι έρωτας που διατηρούνται είναι ανίκητοι». Τι γίνεται, όμως, έτσι κι αλλιώς, με τις υπόλοιπες – και δυστυχώς πολυπληθέστερες – περιπτώσεις του έρωτα; Τι γίνεται με τις άδοξες, τις μάταιες, τις ανεκπλήρωτες, τις αδικαίωτες, τις παραμελημένες, τις προδομένες; Τις μη αμοιβαίες; Σ’ αυτές τις περιπτώσεις ο έρωτας μόνο ανίκητος δεν είναι. Αργά ή γρήγορα ηττείται. Και, αν δεν ηττηθεί, το μόνο που μπορεί να νικήσει είναι αυτόν που τον φιλοξενεί.
Πρακτικά μιλώντας, πόσους ανθρώπους γνωρίζει ο καθένας που έχουν ερωτευτεί μία και μόνο φορά, και ο έρωτας αυτός, ο μεγάλος όπως λέμε, «νίκησε τη μάχη»; Εγώ προσωπικά δεν γνωρίζω κανέναν. Έχω δει μεγάλους έρωτες, αλλά σπάνια ήταν μοναδικοί και ακόμα πιο σπάνια κράτησαν «για πάντα». Σχεδόν όλοι οι άνθρωποι ερωτεύονται και απογοητεύονται (η ρίμα ήταν σκόπιμη) ή ερωτεύονται μη αμοιβαία ή ερωτεύονται και προδίδονται ή ερωτεύονται και ξε-ερωτεύονται κλπ τουλάχιστον μια φορά.
Άρα νικιέται και παρά νικιέται και μάλιστα πολύ πιο συχνά απ’ ό,τι νικάει. Δεν μιλάει η απογοήτευση ή η απαισιοδοξία, αλλά η παρατήρηση και η στατιστική.
Έτσι, άλλωστε, εξηγείται πώς οι περισσότεροι άνθρωποι ερωτεύονται περισσότερες από μία φορές στη ζωή τους. Θα με ρωτήσετε, βέβαια, και πού είναι το κακό στο να ερωτευόμαστε περισσότερες από μία φορές; Θεωρητικά πουθενά. Θεωρητικά είναι θετικό αυτό, αφού έτσι δεν έχουμε μόνο μία ευκαιρία στον έρωτα, αφού, θεωρητικά, κάθε περίπτωση είναι διαφορετική και ανεξάρτητη. Πρακτικά, κακά τα ψέμματα, κάθε ευκαιρία έρχεται με ένα κόστος. Αν έχεις ερωτευτεί πολλές φορές, εξ ορισμού κάτι δεν πήγε καλά στις προηγούμενες. Σε απέρριψαν, σε έγραψαν, κουράστηκες, βαρέθηκαν, πίεσες, σε πίεσαν, δεν άκουγες, δεν σε άκουγαν, δεν μιλούσες, δεν μιλούσαν, ό,τι και όπως και να έγινε, τέλος πάντων, κάτι δεν πέτυχε. Και αυτό το γεγονός φέρει ένα κόστος.
Δεν είναι το ίδιο να έχεις ερωτευτεί μία και μόνο μία φορά με το να έχεις νιώσει πολλά και διαφορετικά πράγματα για διάφορους ανθρώπους. Αυτή την ποικιλία κάποτε την θεωρούσα αναμενόμενη, τώρα την βλέπω ως μια επαναλαμβανόμενη σφαλιάρα, κάτι σαν τις αρνητικές απαντήσεις των διαγωνισμών: «Λυπάμαι χάσατε! Παρακαλώ, δοκιμάστε αργότερα». Μια ελεύθερη μετάφραση του οποίου είναι: «Χα χα, τι κορόιδα! Περιμένατε ότι θα κερδίζατε κι όλας!». Φυσικά ο έρωτας δεν είναι ένα διαγωνισμός το αποτέλεσμα του οποίου είναι δυαδικό: «κερδίζω» ή «χάνω». Αλλά αυτό ακριβώς λέω τόσην ώρα.
Και το ερώτημα είναι, πόσες φορές μπορείς να τον ξεπεράσεις τον έρωτα πραγματικά, ουσιαστικά και να είσαι ακόμα ικανός να ξαναερωτευθείς; Πόσες φορές μπορείς να πεις «δεν αξίζει», «χαμένο παιχνίδι», «πάμε γι’άλλα», χωρίς το κόστος να αρχίσει να σε βαραίνει; Το κάνεις μία, το κάνεις δύο, το κάνεις τρεις φορές. Στις δεκατρείς; Στις είκοσι τρεις φορές, τι κάνεις; Για την ακρίβεια, πώς το κάνεις; Πώς συνεχίζεις αυτήν την συναισθηματική παρέλαση χωρίς να γίνεσαι λίγο λίγο σχιζοφρενής; Πώς να μην αρχίσεις να μπερδεύεσαι; Πώς να μην αρχίσεις να απογοητεύεσαι; Ειλικρινά, μου είναι πολύ πιο κατανοητή η ιδέα του να κάνω τα αδύνατα δυνατά για τον ένα και μοναδικό έρωτά μου, από το να προσπερνώ κατάσταση, την κατάσταση. Παρένθεση: το «προσπερνάω» είναι το μόνο που μπορώ να υποχρεώσω τον εαυτό μου να κάνει. Το «ξεπερνάω» δεν εκβιάζεται.
Πέρα απ’ το ότι, προφανώς, θα προτιμούσα να είχα βρει ήδη τον «μεγάλο έρωτα» (ας καταγραφεί ότι τα εισαγωγικά εδώ δηλώνουν ειρωνία), πιάνω τον εαυτό μου πλέον να εύχεται να μην είχε χρειαστεί να ερωτευτεί περισσότερες από μία φορές.
Αλοίμονο, μην υποθέσετε ότι θα προτιμούσα να ήμασταν έρμαια αποκλειστικά του πρώτου έρωτα και ό,τι και να γινόταν με αυτόν εμείς να μη μπορούσαμε να ξαναερωτευτούμε! Αν ήταν έτσι, η δική μου ιστορία θα ξέραμε από τώρα ότι δεν θα έχει χάπι έντ.
Επιπλέον, μέχρι αυτή τη στιγμή, ο μόνος έρωτας που έχω πραγματικά ξεπεράσει (ειρωνικώς, αφού τότε μου φαινόταν πιο αδύνατο από οποτεδήποτε άλλωτε) είναι ο πρώτος μου και αν επέλεγα αναδρομικά κάποιον από τους έρωτές μου μέχρι στιγμής δεν θα διάλεγα αυτόν.
Αλλά αυτή τη στιγμή, θα προτιμούσα απλά να μπορούσα να είχα αποφύγει όλη αυτή τη συναισθηματική ναυτία, την οποία, δυστυχώς, δεν ανακουφίζει η συμβατική φαρμακευτική προσέγγιση.
Αυτή τη στιγμή, θα ήθελα τα πράγματα να ήταν τόσο απλά, όσο μόνο ένας μοναδικός, αμοιβαίος και ανίκητος έρωτας μπορεί να είναι.
Όποιος θεωρεί τον έρωτα ως ανίκητο, είναι, κατά τη γνώμη μου, ή τυχερός ή άπειρος ή και τα δύο. Θα μπορούσα να διαπραγματευτώ το ανίκητο του έρωτα μόνο στις λίγες – τις ελάχιστες – αληθινές, δυνατές και δικαιωμένες μορφές του και ακόμα κι έτσι έχω πολλές ενστάσεις, αφού αν εφαρμόσουμε αυτό το διαχωρισμό είναι σα να δηλώνουμε το αυταπόδεικτο: «οι έρωτας που διατηρούνται είναι ανίκητοι». Τι γίνεται, όμως, έτσι κι αλλιώς, με τις υπόλοιπες – και δυστυχώς πολυπληθέστερες – περιπτώσεις του έρωτα; Τι γίνεται με τις άδοξες, τις μάταιες, τις ανεκπλήρωτες, τις αδικαίωτες, τις παραμελημένες, τις προδομένες; Τις μη αμοιβαίες; Σ’ αυτές τις περιπτώσεις ο έρωτας μόνο ανίκητος δεν είναι. Αργά ή γρήγορα ηττείται. Και, αν δεν ηττηθεί, το μόνο που μπορεί να νικήσει είναι αυτόν που τον φιλοξενεί.
Πρακτικά μιλώντας, πόσους ανθρώπους γνωρίζει ο καθένας που έχουν ερωτευτεί μία και μόνο φορά, και ο έρωτας αυτός, ο μεγάλος όπως λέμε, «νίκησε τη μάχη»; Εγώ προσωπικά δεν γνωρίζω κανέναν. Έχω δει μεγάλους έρωτες, αλλά σπάνια ήταν μοναδικοί και ακόμα πιο σπάνια κράτησαν «για πάντα». Σχεδόν όλοι οι άνθρωποι ερωτεύονται και απογοητεύονται (η ρίμα ήταν σκόπιμη) ή ερωτεύονται μη αμοιβαία ή ερωτεύονται και προδίδονται ή ερωτεύονται και ξε-ερωτεύονται κλπ τουλάχιστον μια φορά.
Άρα νικιέται και παρά νικιέται και μάλιστα πολύ πιο συχνά απ’ ό,τι νικάει. Δεν μιλάει η απογοήτευση ή η απαισιοδοξία, αλλά η παρατήρηση και η στατιστική.
Έτσι, άλλωστε, εξηγείται πώς οι περισσότεροι άνθρωποι ερωτεύονται περισσότερες από μία φορές στη ζωή τους. Θα με ρωτήσετε, βέβαια, και πού είναι το κακό στο να ερωτευόμαστε περισσότερες από μία φορές; Θεωρητικά πουθενά. Θεωρητικά είναι θετικό αυτό, αφού έτσι δεν έχουμε μόνο μία ευκαιρία στον έρωτα, αφού, θεωρητικά, κάθε περίπτωση είναι διαφορετική και ανεξάρτητη. Πρακτικά, κακά τα ψέμματα, κάθε ευκαιρία έρχεται με ένα κόστος. Αν έχεις ερωτευτεί πολλές φορές, εξ ορισμού κάτι δεν πήγε καλά στις προηγούμενες. Σε απέρριψαν, σε έγραψαν, κουράστηκες, βαρέθηκαν, πίεσες, σε πίεσαν, δεν άκουγες, δεν σε άκουγαν, δεν μιλούσες, δεν μιλούσαν, ό,τι και όπως και να έγινε, τέλος πάντων, κάτι δεν πέτυχε. Και αυτό το γεγονός φέρει ένα κόστος.
Δεν είναι το ίδιο να έχεις ερωτευτεί μία και μόνο μία φορά με το να έχεις νιώσει πολλά και διαφορετικά πράγματα για διάφορους ανθρώπους. Αυτή την ποικιλία κάποτε την θεωρούσα αναμενόμενη, τώρα την βλέπω ως μια επαναλαμβανόμενη σφαλιάρα, κάτι σαν τις αρνητικές απαντήσεις των διαγωνισμών: «Λυπάμαι χάσατε! Παρακαλώ, δοκιμάστε αργότερα». Μια ελεύθερη μετάφραση του οποίου είναι: «Χα χα, τι κορόιδα! Περιμένατε ότι θα κερδίζατε κι όλας!». Φυσικά ο έρωτας δεν είναι ένα διαγωνισμός το αποτέλεσμα του οποίου είναι δυαδικό: «κερδίζω» ή «χάνω». Αλλά αυτό ακριβώς λέω τόσην ώρα.
Και το ερώτημα είναι, πόσες φορές μπορείς να τον ξεπεράσεις τον έρωτα πραγματικά, ουσιαστικά και να είσαι ακόμα ικανός να ξαναερωτευθείς; Πόσες φορές μπορείς να πεις «δεν αξίζει», «χαμένο παιχνίδι», «πάμε γι’άλλα», χωρίς το κόστος να αρχίσει να σε βαραίνει; Το κάνεις μία, το κάνεις δύο, το κάνεις τρεις φορές. Στις δεκατρείς; Στις είκοσι τρεις φορές, τι κάνεις; Για την ακρίβεια, πώς το κάνεις; Πώς συνεχίζεις αυτήν την συναισθηματική παρέλαση χωρίς να γίνεσαι λίγο λίγο σχιζοφρενής; Πώς να μην αρχίσεις να μπερδεύεσαι; Πώς να μην αρχίσεις να απογοητεύεσαι; Ειλικρινά, μου είναι πολύ πιο κατανοητή η ιδέα του να κάνω τα αδύνατα δυνατά για τον ένα και μοναδικό έρωτά μου, από το να προσπερνώ κατάσταση, την κατάσταση. Παρένθεση: το «προσπερνάω» είναι το μόνο που μπορώ να υποχρεώσω τον εαυτό μου να κάνει. Το «ξεπερνάω» δεν εκβιάζεται.
Πέρα απ’ το ότι, προφανώς, θα προτιμούσα να είχα βρει ήδη τον «μεγάλο έρωτα» (ας καταγραφεί ότι τα εισαγωγικά εδώ δηλώνουν ειρωνία), πιάνω τον εαυτό μου πλέον να εύχεται να μην είχε χρειαστεί να ερωτευτεί περισσότερες από μία φορές.
Αλοίμονο, μην υποθέσετε ότι θα προτιμούσα να ήμασταν έρμαια αποκλειστικά του πρώτου έρωτα και ό,τι και να γινόταν με αυτόν εμείς να μη μπορούσαμε να ξαναερωτευτούμε! Αν ήταν έτσι, η δική μου ιστορία θα ξέραμε από τώρα ότι δεν θα έχει χάπι έντ.
Επιπλέον, μέχρι αυτή τη στιγμή, ο μόνος έρωτας που έχω πραγματικά ξεπεράσει (ειρωνικώς, αφού τότε μου φαινόταν πιο αδύνατο από οποτεδήποτε άλλωτε) είναι ο πρώτος μου και αν επέλεγα αναδρομικά κάποιον από τους έρωτές μου μέχρι στιγμής δεν θα διάλεγα αυτόν.
Αλλά αυτή τη στιγμή, θα προτιμούσα απλά να μπορούσα να είχα αποφύγει όλη αυτή τη συναισθηματική ναυτία, την οποία, δυστυχώς, δεν ανακουφίζει η συμβατική φαρμακευτική προσέγγιση.
Αυτή τη στιγμή, θα ήθελα τα πράγματα να ήταν τόσο απλά, όσο μόνο ένας μοναδικός, αμοιβαίος και ανίκητος έρωτας μπορεί να είναι.
No comments:
Post a Comment